Κυριακή, Οκτωβρίου 31, 2010

Η νεο-λαϊκιστική επίκληση του κράτους δικαίου ως προεκλογικό στρατήγημα

Η σύγχρονη δημοκρατία υποστηρίζεται από δύο καταστατικούς πυλώνες: την αρχή της πλειοψηφίας και την αρχή του κράτους δικαίου. Καθένας από αυτούς τους πυλώνες έχει τους δικούς του θεσμούς και τις δικές του αποστολές. Η πλειοψηφική αρχή ακολουθείται στην ανάδειξη της κυβέρνησης και στην εκπροσώπηση του λαού στο κοινοβούλιο και τα τοπικά συμβούλια και αφορά κάθε δημόσιο όργανο και πρόσωπο που λαμβάνει αποφάσεις γενικής εφαρμογής. Επειδή όμως οι πλειοψηφίες έχουν την τάση να καταπνίγουν τις ατομικές δράσεις και διεκδικήσεις, υπάρχει και η αρχή του κράτους δικαίου που αποτελείται κυρίως από μη αιρετούς, μη πλειοψηφικούς θεσμούς , οι οποίοι έχουν εντελώς διαφορετική αποστολή: την εξασφάλιση των ισορροπιών και την τήρηση των "κανόνων του παιχνιδιού". Αυτοί επεμβαίνουν με εξατομικευμένες αποφάσεις, ειδικής εφαρμογής, για να λύσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή των γενικών αποφάσεων και πολιτικών. Εδώ ανήκει η Δικαιοσύνη, οι ανεξάρτητες αρχές, αλλά και κάθε άλλος ελεγκτικός μηχανισμός που η αποστολή του είναι να αποκαθιστά την εις βάθος δημοκρατία. Η σωστή δοσολογία πλειοψηφικής αρχής και αρχής του κράτους δικαίου ορίζεται από τους κανόνες του Συντάγματος και κυρίως από την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, αλλά και άλλες διατάξεις που προσδιορίζουν την αλληλεξάρτηση αιρετών και μη αιρετών οργάνων (checks and balances).

Η δομική διαφορά ανάμεσα στους πλειοψηφικούς θεσμούς και τους θεσμούς του κράτους δικαίου είναι ότι ενώ οι πρώτοι εκπροσωπούν συμφέροντα, πρόσωπα, τάξεις και ασκούν πολιτική, οι δεύτεροι είναι υποχρεωμένοι να διασφαλίζουν την τήρηση προδιατυπωμένων κανόνων που ισχύουν για όλους. Ενώ οι πολιτικοί εκπροσωπούν τους ψηφοφόρους τους και η αποστολή τους είναι να αγωνίζονται για τα συμφέροντα αυτών, οι λειτουργοί του κράτους δικαίου δεν εκπροσωπούν κανέναν, αλλά παρεμβαίνουν ως ανεξάρτητοι τριτοι για να διορθώσουν τις αδικίες και να εξασφαλίσουν ότι τα δικαιώματα καθενός γίνονται σεβαστά.

Υπάρχει όμως μια ανάλυση του ρόλου του κράτους δικαίου, η οποία προέρχεται κυρίως από αριστερούς διανοητές, η οποία υποστηρίζει ότι τα ατομικά δικαιώματα είναι για την υποστήριξη των μειοψηφιών, των αδύναμων, των λιγότερο ισχυρών, των μη προνομιούχων. Αυτό νομικά είναι ανακριβές: τα ατομικά δικαιώματα είναι για να υποστηριχθεί το άτομο, ανεξάρτητα από την ισχύ ή την ένδειά του, απέναντι σε όλους τους άλλους, είτε οι άλλοι είναι εξουσίες, είτε είναι μειοψηφίες. Τα ατομικά δικαιώματα δεν είναι ούτε για τις μειοψηφίες, ούτε για τις πλειοψηφίες: είναι για κάθε φορέα τους χωριστά (στο μέτρο φυσικά που προβλέπεται κι όχι ανεξέλεγκτα). Για να δώσω ένα απτό παράδειγμα, στην Ελλάδα της εξουσιαστικής παντοδυναμίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι ατομικό μου δικαίωμα να πηγαίνω την Κυριακή στη λειτουργία της ενορίας μου. Οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι ασκούν τα ατομικά τους δικαιώματα στους χώρους που είναι αφιερωμένοι στη λατρεία τους, ανεξάρτητα από το αν είναι και πλειοψηφία (ή μειοψηφία) κι αν το δικαιωμά τους αυτό προφανώς δεν "απειλείται" στις συγκεκριμένες χωροχρονικές συντεταγμένες. Όσο κι αν δεν είναι αρεστό σε ένα προοδευτικό αντικληρικαλιστικό ακροατήριο ή όσο κι αν η εκκλησία όντως χρησιμοποιεί για πολιτικούς λόγους επιλεκτικά την επίκληση του άρθρου 13 Σ., οι χριστιανοί στις εκκλησίες ασκούν συνταγματική ελευθερία. Η πολιτική ανάλυση περί εφαρμογής των δικαιωμάτων υπέρ των μειοψηφιών χάνει, λόγω σχετικοποίησης, αυτή τη νομική διάσταση της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως και πολλές ακόμη περιπτώσεις ελευθεριών - με προεξάρχουσα (επίσης) την οικονομική ελευθερία των μεγάλων επιχειρήσεων. Παρά την στρεβλωτική σχετικοποίηση, αυτή είναι ατυχώς μια από τις κυρίαρχες αναλύσεις για την έννοια του κράτους δικαίου στην Ελλάδα και είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η Αριστερά επιχειρεί να οικειοποιηθεί πολιτικά τον συγκεκριμενο "χώρο", ο οποίος όμως δεν ανήκει ούτε εκχωρείται στην πολιτική.

Η οικειοποίηση αυτή αρχίζει σταδιακά να γίνεται καπήλευση. Οι πλειοψηφικοί θεσμοί δεν μπορούν να έχουν ευθεία αναγωγή, τελικά, στο κράτος δικαίου, διότι αναγκάζονται εξ ορισμού να συνυπολογίζουν το πολιτικό κόστος, το οποίο καθορίζεται από συλλογικά κι όχι από ατομικά συμφέροντα. Η ρητορεία υπέρ της προστασίας των δικαιωμάτων, η οποία ακολουθείται προεκλογικά για ψηφοθηρικούς λόγους αποτελεί άλλη μία όψη του λαϊκισμού, όταν τελικά ο πλήρης δικαιωματικός λόγος τείνει να καταστεί απεχθής για το συντηρητικό ακροατήριο, το οποίο καλώς ή κακώς μπορεί να καθορίσει ένα εκλογικό αποτέλεσμα. Ο λαϊκισμός παραδοσιακά επιχειρεί να προσεταιριστεί το ευρύτερο δυνατό ακροατήριο αποκρύπτοντας στοιχεία που θα το δυσαρεστούσαν και παρουσιάζοντας επιλεκτικά μόνο την αρεστή πλευρά της πραγματικότητας. Μια χαρακτηριστική περίπτωση λαϊκισμού είναι οι παρωχημένες κομμουνιστικές συνθηματολογίες για ένα αποκλειστικό "δίκιο του εργάτη", το οποίο αποκόπτει από την γενική έννοια του θετού δικαίου το σύνολο των ισορροπιών που πρέπει να τηρούνται ώστε να πρόκειται για "δίκαιο" κατ' επιστημονική κυριολεξία κι όχι ποιητική αδεία.

Ο νεο-λαϊκισμός της επίκλησης του κράτους δικαίου στο πλαίσιο μιας καθαρά πλειοψηφικής διαδικασίας βρίσκει μια αρχετυπική εφαρμογή στο πολιτικό marketing της υποψηφιότητας του κ. Γιώργου Καμίνη για την δημαρχία της Αθήνας. Πρόκειται για έναν υποψήφιο ο οποίος επί μακρού θήτευσε σε έναν αντιπλειοψηφικό θεσμό του κράτους δικαίου, τον Συνήγορο του Πολίτη, και επικαλείται αυτή την προϋπηρεσία για να πείσει ότι μπορεί να συνεχίσει την ίδια πορεία, υπέρ των δικαιωμάτων των πολιτών, από τη θέση αυτή τη φορά, ενός πλειοψηφικού θεσμού. Δηλαδή θα υποστηρίζει τους πολίτες εναντίον του εαυτού του, αφού ο ίδιος θα είναι η δημοτική αρχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εκλογικός συνδυασμός χρησιμοποιεί ως τίτλο τον όρο "Δικαίωμα στην πόλη", υπογραμμίζοντας τη προέλευση του επικεφαλής καθώς και άλλων συμμετεχόντων υποψηφίων, από τον χώρο της προστασίας των δικαιωμάτων, προκειμένου να πειστούν οι ψηφοφόροι ότι σε αντίθεση με άλλες, "πολιτικές" υποψηφιότητες, ο συγκεκριμένος συνδυασμός έρχεται να υπερασπιστεί δικαιώματα, κι όχι να διαχειριστεί συλλογικά συμφέροντα (όπως είναι η θεσμική αποστολή κάθε πολιτικής θέσης). Η ρητορική αυτή βρίσκει φυσικά τα όριά της, όταν τα "δικαιώματα" γίνονται κάπως αντιδημοφιλή για το ευρύ ακροατήριο των ψηφοφόρων. Οι κρατικοδικαιικές δομές δεν αναζητούν την "νομιμοποίησή" τους στην ευρύτερη δυνατή λαϊκή αποδοχή, αλλά στους θεμελιώδεις κανόνες που ισχύουν πέραν από τις συγκυριακές συγκινήσεις της κοινής γνώμης. Αυτό όμως δεν βολεύει σε μια προεκλογική περίοδο, οπότε το "Δικαίωμα στην πόλη", ως πολιτικό σύνθημα κι όχι ως νομική κυριολεξία, πρέπει να προσαρμοστεί στην αντίληψη του ψηφοφόρου για το ποια είναι τα δικαιώματα υπέρ των οποίων πρέπει να αγωνίζεται ένας δήμαρχος. Κι έτσι κάπως η καταχρηστική επίκληση του "δικαιώματος" συγκροτεί ένα ακόμη απατηλό περιτύλιγμα για να μιλήσει κανείς στην πραγματικότητα για συλλογικά, πολιτικά συμφέροντα.

Η πιο ανάγλυφη περίπτωση στην οποία αποκαλύπτεται ότι η επίκληση των "δικαιωμάτων" αποτελεί απλώς ένα ακόμα πολιτικό σύνθημα και τίποτε περισσότερο είναι οι δηλώσεις του κ. Καμίνη για το πιο αντιδημοφιλές - για το συντηρητικό ακροατήριο- κεφάλαιο ανθρώπινων δικαιωμάτων, αυτό που αφορά την ίση μεταχείριση ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό (τα "gay rights"). O υποψήφιος δηλώνει φυσικά ότι ως δήμαρχος θα δώσει την αιγίδα του Δήμου στο Φεστιβάλ Υπερηφάνιας - κάτι που πεισματικά αρνείται ο απερχόμενος Δήμαρχος, προφανώς κι αυτός για πολιτικούς λόγους- αλλά χρησιμοποιεί πολιτικά προσεγμένες διατυπώσεις, χαρακτηρίζοντας την ομοφυλοφιλία "ερωτική προτίμηση" (λες και πρόκειται για επιλογή!), μιλώντας για "σκελετούς στην ντουλάπα" (!), κι εντάσσοντας όλο το ζήτημα στο ευρύτερο κεφάλαιο της προστασίας της ιδιωτικότητας, λέγοντας πως "ό,τι κάνει κανείς όταν κλείνει την πόρτα του σπιτιού του, εάν δεν παραβιάζει βεβαίως το νόμο, είναι δική του υπόθεση". Αν δηλαδή το θέμα απαγορευόταν από τη νομοθεσία, δεν θα ήταν δική του υπόθεση, θα ήταν υπόθεση της αστυνομίας η ερωτική "προτίμηση". Κι έξω από την πόρτα ή με ανοιχτή πόρτα, το δικαίωμα να είσαι ο εαυτός σου περιορίζεται, προφανώς, σε "πολυχώρους" ή στο Φεστιβάλ Υπερηφάνιας. Όσο για την τελεση γάμου ομοφύλων, κατά τον κ. Καμίνη η εφαρμογή της ισότητας σε αυτό το συνταγματικό δικαίωμα έχει αποκλειστεί από μια πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου της Ρόδου. Αποσιωπώντας ότι σε όλο τον κόσμο υπάρχουν δήμαρχοι που συνάπτουν γαμους ομοφύλων, ακόμη και χωρίς ρητή νομική βάση, οπως στη Γαλλία. Είπαμε: στις εκλογές το ζητούμενο δεν είναι η νομική αρτιότητα μιας προεκλογικής ρητορικής, αλλά να "κερδίσεις" το "αξίωμα", για να χρησιμοποιήσω δύο όρους που κατά κόρον χρησιμοποιούνται από τον εν λόγω εκλογικό συνδυασμό. Οπότε τα "δικαιώματα" δεν επιτρέπεται να παρουσιάζονται σε όλη τους την έκταση, αλλά μόνο μέχρι το βαθμό που δεν θίγουν τις αντιλήψεις του ψηφοφόρου και δεν απειλούν τον εκλογικό στόχο. Έχουμε κι εδώ λοιπόν μια επιλεκτική παρουσίαση της πραγματικότητας, προσδιοριζόμενη με βάση σταθμίσεις πολιτικού κόστους, ενός παράγοντα εντελώς ξένου, αντίθετου, προς το κράτος δικαίου. Μια ακόμη περίπτωση λαϊκισμού, η οποία απευθύνεται όμως σε ένα πιο καλλιεργημένο ακροατήριο, το οποίο συγχέει πάντως τα συλλογικά συμφέροντά του με τα δικαιώματα, πέφτοντας στην παγίδα που έχει στηθεί από το συγκεκριμένο πολιτικό στρατήγημα.

Όλη αυτή η λαϊκιστική ρητορική περί δικαιωμάτων, παρ΄όλο που αναπτύσσεται στο πεδίο της ενάσκησης της πλειοψηφικής πολιτικής και του πολιτικού κόστους, έχει σημαντικές συνέπειες, τελικά, στο ίδιο το επίπεδο λειτουργίας του άλλου πυλώνα της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου. Διότι δεν είναι άνευ συνεπειών η κυριαρχική παρουσίαση μιας αλλοιωμένης μορφής των δικαιωμάτων, όταν βασική προϋπόθεση για την πραγματική ενάσκηση τους από τους πολίτες, είναι φυσικά η επίγνωση. Μια σύγχρονη αποστολή των κρατικοδικαιικών θεσμών είναι η ενημέρωση, το χτίσιμο συνείδησης (raising awareness). Όταν ο πολίτης αποκομίζει μια στρεβλή εικόνα για την έκταση και τη φύση των δικαιωμάτων του, από έναν πολιτικό, ο οποίος μάλιστα προβάλλει τις επιστημονικές του περγαμηνές γύρω από το θέμα, τελικά, όταν θα έχει φύγει η σκόνη της προεκλογικής περιόδου, η σύγχυση του πολίτη θα είναι μια σημαντική απώλεια για το επίπεδο του κράτους δικαίου. Έτσι ο λαϊκισμός που αναπτύσσεται, "ποιητική αδεία", στο χώρο των πλειοψηφικών διαδικασιών, μπορεί να επέχει επιπτώσεις στην λειτουργία του κράτους δικαίου, τραυματίζοντας σε τελευταία ανάλυση την δημοκρατία. Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι τα απόνερα θα παραμένουν και μετά την προεκλογική περίοδο. Ενώ αυτή η κριτική θεωρείται "θεσμολαγνική", "γραφική" και, σε κάθε περίπτωση, εκτός πολιτικής πραγματικότητας και πολιτικού ρεαλισμού, η συνταγή της επίκλησης του κράτους δικαίου, της "κοινωνίας των πολιτών" και των δικαιωμάτων αναμένεται να μονοπωλήσει τις βιτρίνες του προεκλογικού marketing, τραυματίζοντας και ευτελίζοντας το επίπεδο της πραγματικής προστασίας των δικαιωμάτων.

Οι πλειοψηφικοί συσχετισμοί ακολουθούν μια εντελώς διαφορετική - και σε πολλές περιπτώσεις - διαμετρικά αντίθετη "μηχανική" σε σχέση με τους θεσμούς του κράτους δικαίου, αλλά και τα παρακλάδια τους στην κοινωνία των πολιτών και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η αποθέωση του επικοινωνιακού στόχου είναι ασύμβατη με την λογική των θεσμικών υπερασπιστών της συνταγματικής νομιμότητας, οι οποίοι δεν πρέπει να υπολογίζουν το πολιτικό κόστος αφού σε αυτό το εμπόδιο οφείλουν τον λόγο ύπαρξής τους. Γι' αυτό και η συνθηματολογική αξιοποίηση και η πολιτική εκμετάλλευση των θεσμών και των κανόνων του κράτους δικαίου, όσο θελκτική κι αν προβάλλεται, αργά ή γρήγορα μπορεί να λειτουργήσει ως αυτεπίστροφο που θα αποβάλλει τους επίδοξους συνεχιστές αυτής της νέας, υπέροχης ρητορικής περί μεταφύτευσης επιτυχημένων συνταγών σε ένα δομικά ανοίκειο περιβάλλον.






Κινηματογράφος: The Social Network

Όπως καθένας θα μπορούσε να προβλέψει, η ιστορία του facebook περιλαμβάνει παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, αμφισβητήσεις πνευματικής πατρότητας και πάρα πολλά χρήματα. Η ταινία που γυρίστηκε με βάση τη δημιουργία αυτής της Υπηρεσίας Κοινωνικής Δικτύωσης, το επιβεβαιώνει σε ένα βαθμό. Πιο πολύ κοντά στην περίπτωση του δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ - λόγω και της χρησιμοποίησης πραγματικών ονομάτων και λογοτύπων - παρά στην ταινία μυθοπλασίας που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, το Social Network είναι προ πάντων μια ταινία για δικηγόρους, για να μην πω για e-lawyers.

O σεναριακός ιστός πλέκεται γύρω από δύο συνεδριάσεις για την απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς, στο πλαίσιο των δύο αγωγών που έχουν ασκηθεί στον δημιουργό του facebook. Η μία αγωγή αφορά το ζήτημα της πνευματικής πατρότητας του facebook και η δεύτερη αγωγή αφορά πιθανή εξαπάτηση και διαφυγοντα κέρδη ενός δυσαρεστημένου πρώην οικονομικού διευθυντή της εταιρίας. Γύρω από αυτές τις δύο προδικαστικές συνεδριάσεις, τις οποίες παρακολουθούμε σε παράλληλο μοντάζ, αναπτύσσεται σταδιακά, μέσω των ερωταπαντήσεων δικηγόρων - μαρτύρων - εναγομένου, η ιστορία της δημιουργίας του facebook. Αυτό είναι φυσικά μόνο ο αφηγηματικός σκελετός (δεν είναι δικαστικό δράμα), ενώ το βασικό μέρος της ταινίας αποτελείται από flash back, σαν τελικά να πρόκειται για ένα μεταμοντέρνο αστυνομικό, τύπου whodunnit, όπου ο δολοφόνος είναι η πηγή της έμπνευσης.

Είναι η ταινία που υποχρεωτικά θα βάζω σε όποιον μου διαμαρτύρεται ότι "του έκλεψαν την ιδέα", άλλοι, οι οποίοι τελικά εφάρμοσαν την πιθανή έμπνευση που μπορεί να είχε για μια εφεύρεση. Όπως πολύ σωστά λέει ο Mark στους αντιδίκους του, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι τους έκλεψε την ιδέα, "αν είχατε φτιάξει το facebook, θα το είχατε φτιάξει". Η ιδέα δεν προστατεύεται από το δίκαιο περί πνευματικής ιδιοκτησίας, η έμπνευση δεν ποινικοποιείται. Από την ταινία είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η ιδέα για την εν λόγω υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης αποτέλεσε καρπό σύνθετων διεργασιών στο μυαλό του Mark, με πολλά ερεθίσματα από τον χώρο του πανεπιστημίου, των συμφοιτητών και των φίλων του. Όλοι, λίγο - πολύ, ήθελαν να φτιάξουν "κάτι", το οποίο όμως έφτιαξε τελικά αυτός. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύει την διατύπωση, τον δημιουργό. Όχι όποιον δίνει μια συμβουλή εδώ, μια εντολή πιο κει και μια ιδέα πιο κάτω.

Έπειτα υπάρχει ένα μεγάλο μέρος σε αυτήν την ιστορία που δίνει τις ερμηνείες της για την σχέση του facebook με την ιδιωτικότητα. Παρ΄ όλο που ο Mark παρουσιάζεται αμέτοχος της κεντρικής κοινωνικής ζωής του Harvard, η ταινία υπογραμμίζει ιδιαίτερα το ρόλο των κλειστών φοιτητικών clubs, με αναφορές και σε συγκεκριμένη λέσχη, στην οποία είναι μέλος ο κολλητός του και μετέπειτα οικονομικός διευθυντής - ενάγων. "Αποκλειστικότητα" ως στόχος, έναντι κοινών θνητών - φοιτητών. Ο Mark από την αρχή της ταινίας είναι ο εισβολέας που αντλεί την πληροφορία και την διασκορπά σε τρίτους, τους οποίους όμως προλαβαίνει να καταστήσει συμμέτοχους - συνένοχους. Γι' αυτό και το σωκρατικού τύπου επιχείρημα στην Ε.Δ.Ε. που διεξάγει το πανεπιστήμιο, μετά από αυτή την αρχική υποκλοπή, μπορεί να ακούγεται άκρως αλλαζονικο, αλλά είναι κυριολεκτικό: θα έπρεπε αντί για πειθαρχικό να του απονείμουν εύφημο μνεία γιατί ανέδειξε τις τρύπες του συστήματος. O Μark αυτοπροτείνεται λοιπόν, ως ο ανατροπέας της σχέσης ανάμεσα σε ιδιωτικό και δημόσιο. Και επιχειρει να το επιβάλλει σε παγκόσμια κλίμακα.

Τα WhoIsWho directories υπήρχαν φυσικά πολλά χρόνια πριν από το facebook.com. Όπως τα blogs είναι η ανατροπή της σχέσης ανάμεσα σε ιδιωτικό και δημόσιο όσον αφορά τα προσωπικά ημερολόγια, έτσι το facebook επιχειρεί να ανατρέψει τη σχέση ιδιωτικού - δημόσιου όσον αφορά τις επαφές μας με τους άλλους. Είναι δηλαδή μια εφαρμογή που ξεκινάει από τον περιορισμένο off - line κόσμο και η ουσία της μεταβάλλεται ολοσχερώς μόνο και μόνο με την χρήση ενός καταλύτη: του Διαδικτύου. Αυτό γίνεται ανάγλυφο στην ταινία, τον σκηνοθετικό χειρισμό έχει ο David Fincher που μας έχει συνηθίσει σε ταινίες για άκρως μεμονωμένες προσωπικότητες (Fight Club, Seven, Benjamin Button, Alien 3).

Η ταινία αυτή θα μπορούσε να είναι μια περιγραφική εμπορική μελούρα αποθέωσης - αγιοποίησης ή καθαρματοποίησης, που εκμεταλλεύεται ότι όλοι ξέρουμε λίγο πολύ το θέμα (όπως οι ταινίες λ.χ. για την Diana κι άλλους επώνυμους), αλλά νομίζω ότι αποφεύγει αυτές τις παγίδες. Μολονότι δεν προσφέρει κάτι νέο στην κινηματογραφική γραφή και λειτουργεί επιβεβαιωτικά για όσα υποψιαζόμασταν, είναι σίγουρο ότι προκαλεί την περισυλλογή για το ίδιο το φαινόμενο των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης, ανατρέχοντας στις συνθήκες δημιουργίας τους, αλλά, κυρίως, παρουσιάζοντας τις στοχεύσεις των δημιουργών τους. Έχοντας παρακολουθήσει το δημόσιο λόγο του Mark, δεν έχω πειστεί ότι ο σκοπός του ήταν μόνο τα πολλά λεφτά ή η επιβολή σε ένα παγκόσμιο κοινό. Η ταινία επιβεβαιώνει ότι πέρα από τις φροϋδικές καταβολές, υπάρχουν πολλές ακόμη παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να ερμηνευτούν οι περιστάσεις, πέρα από τις προθέσεις, της δημιουργίας των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης.

Πάντως για τις δύο νομικές υποθέσεις που παρακολουθούμε, θεωρώ ότι τελικά η απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς λειτούργησε υπέρ του ότι ο Mark δεν είχε υποπέσει στις αποδιδόμενες παραβάσεις, αλλά αντιθέτως ενεπλάκη σε μια ιστορία συμβιβασμού που κατά εντελώς τραγικά ειρωνικό τρόπο αναγκάστηκε να πληρώσει πολύ ακριβά για να διασφαλίσει την εχεμύθεια των πρώην συνεργατών και γνωστών. Μια εχεμύθεια που φαίνεται ότι το περιεχόμενό της αποτελεί την ιστορία που μόλις παρακολουθήσαμε στην οθόνη. Δηλαδή τελικά και αυτή η σχέση μας με τον Mark, ως θεατών στην ταινία που αφηγείται την ιστορία του, αναλύεται μέσα από πολλαπλά κάτοπτρα και διαδοχικές ζυγαριές, όπου σταθμίζονται χρήματα έναντι δεδομένων.




Καταδίκη Ελλάδας για Ρομά από επιτροπή του ΟΗΕ


Στις 14.9.2010 εκδόθηκε από την Επιτροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ μια απόφαση στην οποία βεβαιώνεται η παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων Ρομά από την Ελλάδα (βλ. κείμενο απόφασης εδώ).

Το αντικείμενο της υπόθεσης είναι η στέρηση του δικαιώματος κατοικίας και η παράνομη έξωση των Ρομά από την περιοχή του Ριγανόκαμπου (Πάτρα), κατά παράβαση του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Οι δημοτικές αρχές της Πάτρας κατέστρεψαν την σκηνή των προσφευγόντων και τους αποζημίωσαν με το ποσό 200 ευρώ. Όταν πήγαν να στήσουν μια νέα σκηνή, ήρθε η αστυνομία και τους απέτρεψε. Τη μέρα εκείνη όμως, την περιοχή επισκέφθηκε ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο κ. Hammarberg, τον οποίο είχε καλέσει ο κ. Δημητράς, εκπρόσωπος του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι. Στη συνέχεια, αποκαλύπτεται όλη η γραφειοκρατική ανικανότητα του κρατικού μας συστήματος για την προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως περιγράφεται και στο δελτίο τύπου του ΕΠΣΕ (βλ. εδώ).

Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η Ελλάδα καταδικάζεται για έλλειψη αποτελεσματικής προσφυγής. Ενώ δηλαδή ασκήθηκε μια μήνυση το 2006, μέχρι το 2009 δεν είχε υπάρξει κανένα αποτέλεσμα. Στην έννοια της έλλειψης αποτελεσματικής προσφυγής εμπίπτει και η αδιαφορία του Συνηγόρου του Πολίτη, στον οποίο υποβλήθηκε επίσης αναφορά από τους προσφεύγοντες. Όπως αναφέρει η απόφαση της Επιτροπής του ΟΗΕ, ο Συνήγορος ουδέποτε ενημέρωσε τους προσφεύγοντες για το αποτέλεσμα των ερευνών του. Στο δελτίο τύπου του ΕΠΣΕ επισυνάπτεται επιστολή της 1ης Δεκέμβρη 2009 του κ. Καμίνη, ο οποίος ανέφερε ότι η διερεύνηση της υπόθεσης συνεχίζεται (3 χρόνια μετά το συμβάν) και ότι οι τελικές διαπιστώσεις του Συνηγόρου του Πολίτη θα γνωστοποιηθούν στους προσφεύγοντες. Το ΕΠΣΕ αναφέρει όμως ότι μέχρι σήμερα, ένα έτος μετά την επιστολή του κ. Καμίνη, δεν έχουν γνωστοποιηθεί οι "τελικές διαπιστώσεις" του Συνηγόρου του Πολίτη.

Δηλαδή η Δικαιοσύνη και ο Συνήγορος του Πολίτη καθυστέρησαν - περισσότερο κι από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο - να ασκήσουν τις αρμοδιοτήτές τους σε ένα ευαίσθητο ζήτημα που αφορά ρατσιστική παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων. Με την ανικανότητα αυτή, σε λίγο θα αναγκαστούμε να προσφεύγουμε απευθείας στα διεθνή δικαστήρια, αφού τα εσωτερικά ένδικα μέσα κρίνονται διεθνώς αναποτελεσματικά.




Σάββατο, Οκτωβρίου 30, 2010

Παράνομες διαφημιστικές πινακίδες υποψηφίων

Η διαφήμηση, εμπορική, πολιτική ή κοινωνική, αποτελεί μια δραστηριότητα που προστατεύεται συνταγματικά, στο πλαίσιο της ελευθερίας της έκφρασης και της οικονομικής ελευθερίας. Όπως όλα τα συνταγματικά δικαιώματα, όμως, έτσι και το δικαίωμα του διαφημιζόμενου, περιορίζεται όταν η ενάσκησή του θίγει ουσιωδώς ή θέτει σε διακινδύνευση τα δικαιώματα των άλλων, όπως η προστασία προσωπικών δεδομένων (για το direct marketing), αλλά και το δικαίωμα στο περιβάλλον. Το ζήτημα των διαφημιστικών πινακίδων διαρρυθμίζεται από αναλυτικές διατάξεις του πολεοδομικού δικαίου και του δικαίου οδικής κυκλοφορίας, δηλαδή από νομοθεσία η οποία εξασφαλίζει την ποιότητα ζωής σε ένα αρμονικό και ασφαλές αστικό και οδικό περιβάλλον.

Οι παράνομες διαφημιστικές εγκαταστάσεις αποτελούν ένα πραγματικά σημαντικό πρόβλημα, καθώς συνδέεται όχι απλώς με το γενικότερο ζήτημα της αυθαιρεσίας, αλλά έχει οδηγήσει και σε δραματικές περιπτώσεις, όπως η απώλεια της ζωής ανθρώπων που καταπλακώθηκαν από τέτοιες κατασκευές ή που υπέστησαν συνέπειες οδικών ατυχημάτων λόγω περιορισμού ορατότητας. Για την καταπολέμηση αυτού του φαινομένου έχει αναπτυχθεί ένα εξαιρετικά σύγχρονο διαδικτυακό σύστημα καταγγελίας των παράνομων διαφημιστικών πινακίδων, όπου ο πολίτης μπορεί και μέσω κινητού τηλεφώνου να αποστείλει φωτογραφία με την παράνομη πινακίδα και να επιληφθούν οι αρμόδιοι φορείς για την εξέταση της καταγγελίας και την επέμβαση για την απομάκρυνση τυχόν παράνομων πινακίδων. Το http://www.illegalsigns.gov.gr/ είναι μια κυβερνητική ιστοσελίδα που αξίζει συγχαρητήρια.

Οι υποψήφιοι στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές ευαγγελίζονται, όλοι ανεξαιρέτως, την βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Κι όμως, οι προεκλογικές αφίσες ορισμένων από αυτούς "κοσμούν" τους χώρους των παράνομων διαφημιστικών εγκαταστάσεων. Ο Μανώλης Ανδριωτάκης έχει ασχοληθει εκτεταμένα με το συγκεκριμένο ζήτημα, υπογράφοντας ένα σχετικό ντοκιμαντέρ (βλ. εδώ) και αφιερώνοντας ένα μεγάλο μέρος του blog του στο θέμα (βλ. εδώ). Όταν επισήμανε ονομαστικά συγκεκριμένες παρανομίες υποψηφίων, δέχθηκε ακόμα και απειλές, όπως και την γενικότερη αμφισβήτηση του "γιατί καταγγέλλεις εμάς κι όχι τους άλλους;". Λες και όποιος προασπίζεται το κράτος δικαίου πρέπει να αναγκαστικά να έχει κάποιο ιδιοτελή στόχο!

Χθες ανάρτησε φωτογραφίες παράνομων διαφημιστικών αναρτήσεων ορισμένων υποψηφίων δημάρχων του Δήμου Αθηναίων. Ανάμεσα σε αυτούς και οι αφίσες του πρώην Συνηγόρου του Πολίτη, κ. Γιώργου Καμίνη (βλ. εδώ). Σήμερα στο blog του Μανώλη διαβάζουμε ότι ο κ. Καμίνης τον κάλεσε στο τηλέφωνο και ότι θα αποσύρει άμεσα τις αφίσες του από τα στέγαστρα των στάσεων των λεωφορείων (βλ. εδώ). Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι, σύμφωνα με το post του Μανώλη, ο κ. Καμίνης είχε ζητήσει από το επιτελείο του να "ερευνήσουν εξαντλητικά το θέμα της υπαίθριας διαφήμησης, αλλά τελικά δεν ελήφθη υπόψη το θέμα της παράβασης του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας", ο οποίος ορίζει ότι απαγορεύονται οι επιγραφές που είναι ορατές από τους οδηγούς.

Κι όμως, ο Συνήγορος του Πολίτη, με επικεφαλής τον κ. Καμίνη, στις 10.6.2010 εξέδωσε αυτό το δελτίο τύπου (βλ. εδώ), στο οποίο ο Συνήγορος καταλήγει μεταξύ άλλων στο γενικό συμπέρασμα ότι "δεν τηρούνται οι κανόνες για τις αποστάσεις που πρέπει να έχουν οι πινακίδες από το οδικό δίκτυο". Επομένως, είναι εξαιρετικά δυσεξήγητο για ποιον λόγο ο κ. Καμίνης, που προβάλλει διαρκώς το επιστημονικά καταρτισμένο επιτελείο του, ξέχασε να τους επισημάνει το δελτίο τύπου που είχε εκδώσει ο ίδιος τέσσερις μήνες πριν ως Συνήγορος του Πολίτη, στο οποίο έθετε και το ζήτημα εφαρμογής του ΚΟΚ. Θετικό παραμένει βέβαια ότι αναγνώρισε το λάθος του, δεσμευόμενος να αποσύρει τις αφίσες από τις παράνομες θέσεις τους, οπότε πράγματι αξίζει το μπράβο που αποφάσισε να συμμορφωθεί προς τις αυτονόητες υποχρεώσεις του. Γιατί εκεί φτάσαμε, να συγχαίρουμε κάποιον όταν υπόσχεται ότι δεν πρόκειται να παρανομήσει και πάλι στο μέλλον.

Αναμένουμε φυσικά και από τους υπόλοιπους υποψηφίους να αποσύρουν τις διαφημιστικές πινακίδες τους από τις παράνομες θέσεις που τις έχουν αναρτήσει, όπως και να σεβαστούν την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών, στους οποίους αποστέλλουν διαφημιστικά μηνύματα με χρήση αριθμών τηλεφώνων και e-mail, χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση, δηλαδή παρανόμως (βλ. εδώ), ενώ υπάρχει νόμιμος τρόπος ενάσκησης κι αυτής της δραστηριότητας (βλ. εδώ).




Όταν ο Συνήγορος του Πολίτη προετοιμάζεται για υποψήφιος Δήμαρχος


Από σημερινή συνέντευξη του κ. Γιώργου Καμίνη στα ΝΕΑ (βλ. εδώ):

"Πρέπει να σπάσουν όλα τα πελατειακά δίκτυα, πρώτα απ’ όλα µέσα στον δήµο. Ξέρετε ότι αυτήν τη στιγµή υπάρχουν δηµοτικοί υπάλληλοι που µοιράζουν προεκλογικά φυλλάδια υποψήφιων αντιδηµάρχων; Πώς θα επιβληθείς, άραγε, σε υπαλλήλους που, στην ουσία, εργάζονται για την προεκλογική σου καµπάνια; "

ενώ, λίγο πιο κάτω:

"Προσωπικά, ως Συνήγορος του Πολίτη, από πρόπερσι είχα κυκλοφορήσει fliers στο Gay Ρarade, εναρµονιζόµενος φυσικά µε την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την καταπολέµηση των διακρίσεων." (σ.σ.: η "Οδηγία" φυσικά δεν αφορά το gay pride, αλλά τον τομέα της εργασίας, της εκπαίδευσης και της παροχής υπηρεσιών στο κοινό).

Επομένως, αναδιατυπώνοντας λίγο σκωπτικά τον κ. Καμίνη, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι:

"Πρέπει να σπάσουν τα πελατειακά δίκτυα, πρώτα απ' όλα μέσα στο Συνήγορο. Ξέρετε ότι υπήρξαν υπάλληλοι του Συνηγόρου του Πολίτη που από πρόπερσι μοίραζαν φυλλάδια του Συνηγόρου στο Athens Pride, το οποίο "στηρίζει" σήμερα ο πρώην Συνήγορος - υποψήφιος Δήμαρχος, ως προεκλογική εξαγγελία; Πως θα επιβληθείς, άραγε, σε υπαλλήλους που, στην ουσία εργάζονται για την προεκλογική σου καμπάνια;".

Γι' αυτό τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών δεν πρέπει να εμπλέκονται σε εκλογικές διαδικασίες: διότι αναδρομικά αμφισβητείται τελικά η όποια ανεξαρτησία τους. Η συμμετοχή του Συνηγόρου στο Athens Pride ήταν μια κίνηση που χειροκροτήθηκε. Η υπενθύμισή της σήμερα όμως, σε αυτό το πλαίσιο, δεν μπορεί να τύχει αντίστοιχης επιδοκιμασίας.



Παρασκευή, Οκτωβρίου 29, 2010

Όροι χρήσης για το e-shop σας



Οι σωστοί όροι χρήσης αποτελούν ένα σημαντικό μέσο νομικής προστασίας για όσους δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στο διαδίκτυο, είτε παρέχουν προϊόντα, είτε υπηρεσίες εξ αποστάσεως. Είναι σκόπιμο η σύνταξη όρων χρήσης να γίνεται για τον εκάστοτε διαδικτυακό τόπο, χωρίς δηλαδή αντιγραφή προδιατυπωμένων όρων, οι οποίοι δεν είναι εξατομικευμένοι και δεν παρέχουν τη μέγιστη προστασία τόσο για τον κάτοχο του e-shop, όσο και για τους χρήστες.

Όταν λοιπόν από τον διαδικτυακό τόπο παρέχεται η δυνατότητα στον χρήστη για παραγγελίες προϊόντων πρέπει να ακολουθούνται οι όροι του άρθρου 4 του Ν.2251/1994 (Προστασία καταναλωτή), περί πώλησης εξ αποστάσεως. Το άρθρο 4 δίνει στον αγοραστή το δικαιώμα για αναιτιολόγητη υπαναχώρηση από την πώληση εντός 14 ημερών, καθώς και εκτεταμένες υποχρεώσεις του πωλητή για παροχή ενημερωτικών στοιχείων σχετικά με τα χαρακτηριστικά της πώλησης τα οποία πρέπει να διατίθενται στον αγοραστή. Εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι σε αυτή τη μορφή πώλησης δεν επιτρέπεται η είσπραξη του ποσού πριν τη παράδοση του προϊόντος αλλά και ότι ο πάροχος πρέπει να έχει περιληφθεί στο Μητρώο Προμηθευτών που εκτελούν πωλήσεις εξ αποστάσεως (βλ. εδώ).

Οι όροι χρήσης ενός e-shop πρέπει να περιέχουν εκτεταμένες διατάξεις για την λειτουργία της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και της ασφάλειάς τους, καθώς και των υποχρεώσεων του χρήστη για σεβασμό της πνευματικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται εφαρμογές υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης τρίτων σε σχέσεη με το e-shop, πρέπει να διευκρινίζεται ο περιορισμός της ευθύνης του προμηθευτή και η συνισχύς των όρων χρήσης του εκάστοτε φορέα κοινωνικής δικτύωσης.

Εφόσον όμως το e-shop αναπτύσσει και διαδραστικές λειτουργίες (λ.χ. σχολιασμός), και γενικά όταν ο διαδικτυακός σας τόπος παρέχει χώρο σε τρίτους (χρήστες) για να αναρτήσουν οι ίδιοι περιεχόμενο, θα πρέπει να έχετε φροντίσει οι όροι χρήσης να προσδιορίζουν τόσο τον αποκλεισμό της ευθύνης για προληπτική εποπτεία, σύμφωνα με τις διατάξεις για το ηλεκτρονικό εμπόριο στην κοινωνία της πληροφορίας, όσο και σαφεις κι άμεσες διαδικασίες εξέτασης παραπόνων από θιγόμενους, ώστε αυτοί να ικανοποιούνται εξωδικαστικά και να αποφεύγονται περιττές δικαστικές διαδικασίες που μπορεί να σημαίνει και επιδίκαση υψηλών αποζημιώσεων.



Τρίτη, Οκτωβρίου 26, 2010

ΣτΕ: Οι συνεδριάσεις των ανεξάρτητων αρχών πρέπει να είναι δημόσιες

Μια σημαντική ανατροπή υπέρ της αρχής της διαφάνειας της κρατικής δράσης συντελείται με τις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο ακύρωσε αποφάσεις της ΑΔΑΕ για το πρόστιμο που επιβλήθηκε σε εταιρία κινητής τηλεφωνίας.

Οι αποφάσεις 3319-3320/2010 της ΟλΣτΕ (βλ. εδώ) επιχειρούν μια εξαντλητική τεκμηρίωση για τις διαδικαστικές αρχές που οφείλει να ακολουθεί η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, κατά τη διαδικασία εξέτασης περιπτώσεων για την επιβολή προστίμου. Η τεκμηρίωση του ΣτΕ βασίζεται αποκλειστικά στην νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο τυπικά δεν έχει βέβαια αρμοδιότητα για διοικητικά πρόστιμα (αλλά μόνο για "αστικές και ποινικές υποθέσεις"), όταν όμως μια διοικητική κύρωση πληροί κάποια κριτήρια, εξετάζεται σαν να αποτελούσε ποινική κύρωση. Το ΣτΕ εξετάζοντας τα θεσμικά χαρακτηριστικά της Α.Δ.Α.Ε. ως ανεξάρτητης αρχής, διαπιστώνει ότι η διαδικασία που ακολουθείται από αυτήν παρουσιάζει αντιστοιχίες προς μια δικαστική διαδικασία, κυρίως λόγω της ανεξαρτησίας της αρχής και της αυξημένης υποχρέωσης των μελών της για αμεροληψία. Έτσι, κατέληξε το ΣτΕ, οι συνεδριάσεις της Α.Δ.Α.Ε. που εξετάζουν ενδεχόμενες παραβάσεις θα πρέπει να ακολουθούν και τις προβλεπόμενες από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προδιαγραφές γιαμία "δίκαιη δίκη", ανάμεσα στις οποίες και η υποχρέωση για δημόσια διαδικασία. Το ΣτΕ έκρινε ότι ο Κανονισμός της ΑΔΑΕ περί μυστικής διάσκεψης είναι αντίθετος στην ΕΣΔΑ!

Η νομολογιακή μεταβολή που επέρχεται με αυτές τις αποφάσεις είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς το ίδιο καθεστώς με την Α.Δ.Α.Ε., ως προς την διαδικασία εξέτασης παραβάσεων και επιβολής διοικητικών κυρώσεων, παρουσιάζουν άλλες δύο συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές: η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Συνεπώς, μετά από αυτές τις δύο αποφάσεις του ΣτΕ, εάν οι συνεδριάσεις και των τριών αυτών ανεξάρτητων αρχών, σε υποθέσεις εξέτασης επιβολής διοικητικών κυρώσεων, δεν είναι δημόσιες, καθίστανται ακυρώσιμες για διαδικαστικό λόγο ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Οι επιπτώσεις της νομολογίας αυτής είναι ιδιαίτερα σημαντικές, επειδή τόσο οι συνεδριάσεις της ΑΠΔΠΧ όσο και οι συνεδριάσεις του ΕΣΡ διεξάγονται με μυστικότητα, δυνάμει σχετικής διάταξης του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Αυτό σημαίνει όμως ότι όλες οι αποφάσεις αυτών των ανεξάρτητων αρχών που επέβαλαν πρόστιμα είναι ακυρωτέες ενώπιον του ΣτΕ, για παράβαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, εφόσον διασώζεται φυσικά η σχετική προθεσμία προσβολής τους με αίτηση ακύρωσης. Δικαιώνεται έτσι και το σχετικό αίτημα του ΠΑΣΟΚ που είχε υποστηρίξει τη δημοσιότητα της διαδικασίας σε υπόθεση του που εξετάστηκε ενώπιον της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων πριν από δύο χρόνια (βλ. εδώ).

Συνεπώς, η ΑΔΑΕ, η ΑΠΔΠΧ και το ΕΣΡ θα πρέπει πλέον να διαμορφώσουν τις αίθουσες ακροάσεών τους κατά τρόπον ώστε να εξυπηρετείται η αρχή της δημοσιότητας με την παρουσία κοινού, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις δικαστικές αίθουσες.

Ωστόσο θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σημαντικές ενστάσεις για τη φύση της Α.Δ.Α.Ε. ως δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Μια βασική διαφοροποίηση σε σχέση με την έννοια του "δικαστηρίου" είναι η ρητή ένταξη της ανεξάρτητης αρχής στην εκτελεστική εξουσία (άρθρο 101Α του Συντάγματος) κι όχι στη δικαστική. Υπάρχει επίσης η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που εξαιρεί τις ανεξάρτητες αρχές από την έννοια του "δικαστηρίου" ως προς την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος - μια τέτοια υπόθεση μάλιστα αφορούσε την δική μας Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Κυριακή, Οκτωβρίου 24, 2010

H δημοσιοποίηση φορολογικών στοιχείων στο Διαδίκτυο

Σύμφωνα με το άρθρο 85 παρ. 3 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος,

"Ο προϊστάµενος της δηµόσιας οικονοµικής υπηρεσίας συντάσσει κάθε έτος, µε βάση τις δηλώσεις που του επιδίδονται, κατάλογο φορολογουµένων, ο οποίος περιέχει το ονοµατεπώνυµο ή την επωνυµία, τον τίτλο και τα λοιπά στοιχεία τους, το καθαρό εισόδηµα απο τις κατηγορίες ∆ και Ζ, το συνολικό καθαρό εισόδηµα το οποίο υπόκειται σε φορολογία. καθώς και το φόρο που αναλογεί σε αυτό. Ο κατάλογος αυτός καταρτίζεται µέσα σε έξι (6) µήνες από τη λήξη της προθεσµίας υποβολής των δηλώσεων και συµπληρώνεται µε τα αντίστοιχα στοιχεία της οριστικοποίησης της εγγραφής του υποχρέου. Τοποθετείται σε πρόσφορη θέση στο κατάστηµα της δηµόσιας οικονοµικής υπηρεσίας και των δήµων ή κοινοτήτων όπου εδρεύει δηµόσια οικονοµική υπηρεσία, ώστε να µπορεί να λαµβάνει γνώση αυτού οποιοσδήποτε. Επιτρέπεται η έκδοση καταλόγων των φορολογουµένων όλης της χώρας, καθώς και η δηµοσιευσή τους στις εφηµερίδες."

Σε αυτή τη διάταξη προστέθηκε με τον Ν.3842/2010 ("Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης και αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής", βλ. εδώ) και η εξής προσθήκη:

"Ο κατάλογος είναι διαθέσιµος στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραµµατείας Πληροφοριακών Συστηµάτων. Η πρόσβαση στον κατάλογο γίνεται κατόπιν ταυτοποίησης του χρήστη και περιορίζεται µε βάση συγκεκριµένα ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτοµέρειες για την πρόσβαση στον κατάλογο αυτόν.»


Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1135/4 Οκτωβρίου 2010 του Υπουργού Οικονομικών (βλ. εδώ),


"Με την τροποποιημένη διάταξη το δικαίωμα πρόσβασης στο συγκεκριμένο κατάλογο φορολογουμένων που αποτελεί δημόσια πληροφορία περιλαμβάνει και τη χρήση του διαδικτύου. Η δημοσιότητα των φορολογικών δεδομένων συγκεκριμένων κατηγοριών φορολογουμένων, που- σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία- αποφεύγουν να δηλώνουν τα πραγματικά τους εισοδήματα, αποτελεί ένα εύλογο μέτρο αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής. Η ταυτοποίηση του χρήστη που έχει πρόσβαση στον συγκεκριμένο κατάλογο επιτρέπει τη θέσπιση ποσοτικών κριτηρίων ως προς τον αριθμό των δεδομένων που θα εξαχθούν. Αυτό το μέτρο δυσχεραίνει τη μαζική εξαγωγή δεδομένων προστατεύοντάς τα έτσι από επεξεργασία που δε δικαιολογείται από το σκοπό της διάταξης αυτής, όπως π.χ. την εμπορική εκμετάλλευση των οικονομικών στοιχείων. Έτσι, επειδή η πρόσβαση στον κατάλογο δεν θα είναι ανοικτή αλλά ελέγξιμη και θα γίνεται με βάση συγκεκριμένες διαδικασίες και ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια που θα καθοριστούν από Υπουργική Απόφαση, τηρείται η αρχή της αναλογικότητας σε σχέση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής."


Επομένως εκκρεμεί η έκδοση της Υπουργικής Απόφασης που θα υλοποιεί την εν λόγω νομοθετική διάταξη και η οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα έχει υποβληθεί στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για γνωμοδότηση.


Σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα της εφημερίδας "ΤΑ ΝΕΑ" (βλ εδώ), με την εν λόγω Υπουργική Απόφαση


"κάθε πολίτης που είναι πιστοποιημένος χρήστης της υπηρεσίας Τaxisnet, με το πάτημα ενός κουμπιού θα μπορεί να βλέπει στην οθόνη του υπολογιστή του όχι μόνο πόσα εισοδήματα δήλωσε στην εφορία και τι φόρο πλήρωσε ο οποιοσδήποτε φορολογούμενος αλλά και πού κατοικεί καθώς και την αρμόδια εφορία. Για τους επιχειρηματίες, η ηλεκτρονική «ακτινογραφία» της δήλωσής τους θα είναι ακόμα πιο πλήρης. Ονομα, επώνυμο και πατρώνυμο ή επωνυμία και τίτλος της επιχείρησης, ΑΦΜ διεύθυνση έδρας και ταχυδρομικός κώδικας, κύρια δραστηριότητα, αρμόδια εφορία, ημερομηνία έναρξης ή διακοπής, καθαρό εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα ή επιχειρηματικές δραστηριότητες, συνολικό καθαρό εισόδημα και φόρος που αναλογεί. Η περιέργεια θα μπορούσε να αποτελέσει οδηγό πλημμυρίδας αναζητήσεων στο Διαδίκτυο για τα εισοδήματα που δηλώνουν και τους φόρους που πληρώνουν επώνυμοι καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, πολιτικοί και οποιοσδήποτε άλλος φορολογούμενος. Η δυνατότητα αυτή σύμφωνα με ορισμένα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών που θεωρούν το εγχείρημα «κακή ιδέα» δίνει ενδεχόμενη τροφή ακόμα και για κλοπές ενώ οι υπέρμαχοι αναδεικνύουν την άλλη όψη: η κοινωνική πίεση που θα ασκείται εξαιτίας της δημοσιοποίησης των εισοδημάτων που δηλώνουν και των φόρων που πληρώνουν φορολογούμενοι που διάγουν βίο δυσανάλογο με τα δηλωθέντα εισοδήματα θα οδηγήσει σε πάταξη της φοροδιαφυγής."


Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι η απλή δημοσιοποίηση των καταλόγων αυτών σε εφημερίδες ή στους πίνακες ανακοινώσεων της κάθε Δ.Ο.Υ. αποτελεί ένα θεμιτό μέτρο, η ίδια η ανάρτηση τους στο Διαδίκτυο σημαίνει αλλαγή κλίμακας της δημοσιότητας. Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την απόφαση 61/2004 (βλ. εδώ) έκρινε ότι οι πίνακες βαθμολογίας του ΑΣΕΠ μπορούν να δημοσιοποιούνται με ανάρτηση στα κτίρια του ΑΣΕΠ και στις Νομαρχίες, όχι όμως και στο Διαδίκτυο:


"1. Ο Ε. Μ. διαμαρτύρεται στην Αρχή (αριθμ. πρωτ. ***), γιατί το Α.Σ.Ε.Π. δημοσιεύει πίνακες βαθμολογίας, καθώς και πίνακες διοριστέων και μη διοριστέων στο δικτυακό του τόπο (www.asep.gr). Η δημοσίευση περιλαμβάνει επώνυμο, κύριο όνομα, πατρώνυμο, μητρώνυμο, κωδικό αριθμό, αριθμό δελτίου ταυτότητας, καθώς και τους βαθμούς.

2. Όλα τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν προσωπικά δεδομένα, χωρίς ευαίσθητο χαρακτήρα. Η επεξεργασία τους υπόκειται στο άρθρο 5 του Ν.2472/1997. Η αρχή της διαφάνειας επιβάλλει τη δημοσίευση των δεδομένων αυτών και χωρίς τη συγκατάθεση των υποκειμένων. Κατά συνέπεια, η ανάρτηση όλων των πινάκων διοριστέων και μη διοριστέων, επιτυχόντων και μη επιτυχόντων στα κτίρια του Α.Σ.Ε.Π., καθώς και στις κατά τόπο Νομαρχίες όλης της επικράτειας επιβάλλεται για λόγους διαφάνειας και επιτρέπεται και χωρίς τη συγκατάθεση των υποκειμένων των δεδομένων (άρθρο 5 § 2 περ. δ΄ και περ. ε΄ του Ν. 2472/1997). Η αρχή της διαφάνειας των διαγωνισμών εξυπηρετείται πλήρως από τη δημόσια ανάρτηση με τον τρόπο αυτό των αποτελεσμάτων. Ακόμα και η δια του τύπου δημοσιοποίηση, που είναι επιτρεπτή, δεν μπορεί να συγκριθεί με την καταχώριση στο διαδίκτυο. Η δημοσίευση, αντίθετα, στο διαδίκτυο των δεδομένων αυτών δύναται να υπερβαίνει τον επιδιωκόμενο σκοπό της διαφάνειας, αφού επιτρέπει την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά σε απεριόριστο αριθμό ενδιαφερομένων ή μη προσώπων. Συγκεκριμένα, τον επιδιωκόμενο σκοπό της διαφάνειας υπερβαίνει η ανακοίνωση των δεδομένων αποτυχίας στο διαδίκτυο και η δυνατότητα γνώσης τους, ακόμη και τυχαία, από τρίτα πρόσωπα (βλ. και την 38/2001 Απόφαση της Αρχής).

3. Mε βάση, επομένως, την αρχή της αναλογικότητας, η δημοσίευση των αποτελεσμάτων στο δικτυακό τόπο του Α.Σ.Ε.Π. (www.asep.gr) θα πρέπει να περιορίζεται στους πίνακες επιτυχόντων και διοριστέων."


Πέρα όμως από τη διαδικτυακή ανάρτηση, η ίδια η δημοσιοποίηση των καταλόγων φορολογουμένων αποτελεί ένα μέτρο αμφισβητούμενο ως προς την συμβατότητά του σχετικά με την προστασία προσωπικών δεδομένων.


Μια υπόθεση που παρουσιάζει ομοιότητες με την δημοσιοποίηση αυτή χειριστηκε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο κλήθηκε να κρίνει κατά πόσον η δημοσιοποίηση ονομάτων και μισθών υπαλλήλων της κρατικής ραδιοφωνίας, για λόγους διαφάνειας, ήταν συμβατό μέτρο με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Το ΔΕΚ, στην υπόθεση Osterreichischer Rundfunk (βλ. εδώ) έθεσε τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνει υπόψη ο νομοθέτης όταν καταφεύγει σε τέτοιου είδους μέτρα (δημοσιοποίηση στοιχείων εισοδήματος) για λόγους "κοινωνικής πίεσης":


"64.
Επιβάλλεται η διαπίστωση, εκ προοιμίου, ότι τα επίμαχα δεδομένα στις υποθέσεις των κυρίων δικών, που αφορούν τόσο τις αποδοχές που χορηγούν ορισμένοι φορείς όσο και τους δικαιούχους τους, συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο α´, της οδηγίας 95/46, καθόσον πρόκειται για «πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί». Η καταχώριση και η χρησιμοποίησή τους εκ μέρους του ενδιαφερόμενου φορέα, καθώς και η διαβίβασή τους στο Rechnungshof και η εκ μέρους του τελευταίου μνεία τους σε έκθεση που προορίζεται να γνωστοποιηθεί σε διάφορα πολιτικά σώματα και να τύχει ευρείας δημοσιότητας, έχουν τον χαρακτήρα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο β´, της οδηγίας αυτής.

65.
.μως, κατά τους ορισμούς της οδηγίας 95/46, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που δέχεται το άρθρο 13 της οδηγίας αυτής, κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι σύμφωνη, αφενός, προς τις «αρχές που πρέπει να τηρούνται ως προς την ποιότητα των δεδομένων», τις οποίες θέτει το άρθρο 6 της ως άνω οδηγίας, και, αφετέρου, προς τις «βασικές αρχές της νόμιμης επεξεργασίας δεδομένων» που απαριθμεί το άρθρο 7 της οδηγίας.

66.
Ειδικότερα, τα δεδομένα πρέπει «να συλλέγονται για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς» (άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο β´, της οδηγίας 95/46), καθώς και να είναι «κατάλληλα, συναφή προς το θέμα και όχι υπερβολικά» σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία (άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ´). Επιπλέον, κατά το άρθρο 7, στοιχεία γ´ και ε´, της ίδιας οδηγίας, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμιτή, αντιστοίχως, αν «είναι απαραίτητη για την τήρηση εκ του νόμου υποχρεώσεως του υπευθύνου της επεξεργασίας» ή αν «είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση έργου δημοσίου συμφέροντος ή εμπίπτοντος στην άσκηση δημοσίας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο της επεξεργασίας [...] στον οποίο ανακοινώνονται τα δεδομένα».

67.
Εντούτοις, κατά το άρθρο 13, στοιχεία ε´ και στ´, της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν ιδίως από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας όταν τούτο είναι αναγκαίο για τη διαφύλαξη «σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικοκονομικού συμφέροντος κράτους μέλους ή της Ευρωπαϊκής .νωσης, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων» ή «αποστολής ελέγχου, επιθεώρησης ή ρυθμιστικών καθηκόντων που συνδέονται, έστω και ευκαιριακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας» στις ειδικές περιπτώσεις που απαριθμούνται στο προαναφερθέν στοιχείο ε´.

68.
Πρέπει να προστεθεί ότι οι διατάξεις της οδηγίας 95/46, καθόσον διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να οδηγήσουν σε προσβολή των θεμελιωδών ελευθεριών και, ειδικότερα, του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, πρέπει οπωσδήποτε να ερμηνεύονται ενόψει των θεμελιωδών δικαιωμάτων, τα οποία, κατά πάγια νομολογία, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των γενικών αρχών του δικαίου, την τήρηση του οποίου διασφαλίζει το Δικαστήριο (βλ., ιδίως, την απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001, C-274/99P, Connolly κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. Ι-1611, σκέψη 37).

69.
Οι εν λόγω αρχές επανελήφθησαν στο άρθρο 6, παράγραφος 2, ΕΕ, κατά το οποίο «η .νωση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση [...] και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου».

70.
Η ίδια η οδηγία 95/46 έχει μεν ως κύριο σκοπό την εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προβλέπει όμως παράλληλα, στο άρθρο 1, παράγραφος 1, ότι «τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, και ιδίως της ιδιωτικής ζωής, έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα». Επίσης, την ίδια επιταγή εκφράζουν πολλές αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας, ιδίως η δέκατη και η ενδέκατη.

71.
Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως προβλέπει μεν, στην παράγραφο 1, την αρχή της μη αναμίξεως των δημοσίων αρχών στην άσκηση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, παραδέχεται όμως παράλληλα, στην παράγραφο 2, ότι μια τέτοια παρέμβαση είναι δυνατή εφόσον «προβλέπεται από τον νόμο και αποτελεί μέτρον το οποίο, σε μια δημοκρατική κοινωνία, είναι αναγκαίο για την εθνική ασφάλεια, τη δημοσία ασφάλεια, την οικονομική ευημερία της χώρας, την προάσπιση της τάξεως και την πρόληψη ποινικών παραβάσεων, την προστασία της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων».

72.
'Ετσι, για τις ανάγκες εφαρμογής της οδηγίας 95/46 και, ειδικότερα, των άρθρων 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, 7, στοιχεία γ´ και ε´, και 13, έχει σημασία να εξακριβώνεται, καταρχάς, αν μια ρύθμιση όπως η επίμαχη στις υποθέσεις των κυρίων δικών προβλέπει παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή και, ενδεχομένως, αν η παρέμβαση αυτή δικαιολογείται έναντι του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως.

Επί της υπάρξεως παρεμβάσεως στην ιδιωτική ζωή

73.
Επιβάλλεται να γίνει εκ προοιμίου δεκτό ότι η συλλογή ονομαστικών δεδομένων σχετικά με τα επαγγελματικά εισοδήματα ατόμου, με σκοπό τη γνωστοποίησή τους σε τρίτους, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει κρίνει, επ' αυτού, ότι ο όρος «ιδιωτική ζωή» δεν πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά και ότι «δεν υφίσταται κανένας λόγος αρχής για τον αποκλεισμό των επαγγελματικών δραστηριοτήτων [...] από την έννοια της ”ιδιωτικής ζωής”» (βλ., ιδίως, ΕΔΔΑ, αποφάσεις Amann κατά Ελβετίας της 16ης Φεβρουαρίου 2000, Recueil des arrêts et décisions 2000-ΙΙ, § 65, και Rotaru κατά Ρουμανίας της 4ης Μα.ου 2000, Recueil des arrêts et décisions 2000-V, § 43).

74.
Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, ναι μεν η απλή απομνημόνευση εκ μέρους του εργοδότη των ονομαστικών δεδομένων σχετικά με τις καταβαλλόμενες στο προσωπικό του αποδοχές δεν μπορεί να αποτελεί αυτή καθαυτή παρέμβαση στην ιδιωτική ζωή, αλλά η ανακοίνωση των εν λόγω δεδομένων σε τρίτον, εν προκειμένω σε δημόσια αρχή, συνιστά προσβολή του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των ενδιαφερομένων, όποια και αν είναι η μεταγενέστερη χρησιμοποίηση των γνωστοποιούμενων με τον τρόπο αυτό πληροφοριών, και έχει τον χαρακτήρα παρεμβάσεως υπό την έννοια του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως.

75.
Προκειμένου να στοιχειοθετηθεί μια τέτοια παρέμβαση, ελάχιστη σημασία έχει αν οι γνωστοποιούμενες πληροφορίες είναι ή όχι ευαίσθητου χαρακτήρα ή αν οι ενδιαφερόμενοι υπέστησαν ή όχι ενδεχόμενες δυσμενείς συνέπειες λόγω της παρεμβάσεως αυτής (βλ. επ' αυτού την προαναφερθείσα απόφαση Amann κατά Ελβετίας, § 70). Αρκεί η διαπίστωση ότι τα στοιχεία σχετικά με τα εισοδήματα εργαζομένου ή συνταξιούχου κοινοποιούνται εκ μέρους του εργοδότη σε τρίτον.

Επί της δικαιολογήσεως της παρεμβάσεως

76.
Μια παρέμβαση όπως η παρατιθέμενη στη σκέψη 74 της παρούσας αποφάσεως αντιβαίνει προς το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως εκτός αν, «προβλεπόμενη από τον νόμο», επιδιώκει έναν ή περισσότερους από τους θεμιτούς σκοπούς που απαριθμεί η παράγραφος 2 της διατάξεως αυτής και«είναι αναγκαία, σε μια δημοκρατική κοινωνία» για την επίτευξη των σκοπών αυτών.

77.
Δεν αμφισβητείται ότι η εν λόγω παρέμβαση στις υποθέσεις των κυρίων δικών προβλέπεται από το άρθρο 8 του συνταγματικού νόμου. Εντούτοις, τίθεται το ζήτημα αν το άρθρο αυτό είναι επαρκώς σαφές ώστε να παρέχει τη δυνατότητα στους αποδέκτες του νόμου να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους, ανταποκρινόμενο με τον τρόπο αυτό στην επιταγή που συνάγεται από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με την υποχρέωση να είναι προβλέψιμες οι ενέργειες των δημοσίων αρχών (βλ., ιδίως, ΕΔΔΑ, απόφαση Rekvényi κατά Ουγγαρίας της 20ής Μα.ου 1999, Recueil des arrêts et décisions 1999-III, § 34).

78.
Συναφώς, το άρθρο 8, παράγραφος 3, του συνταγματικού νόμου προβλέπει ότι η έκθεση που συντάσσει το Rechnungshof «πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα άτομα των οποίων οι ετήσιοι μισθοί και οι συντάξεις που παρέχουν οι φορείς και οργανισμοί [...] υπερβαίνουν το συνολικό ποσό που παρατίθεται στην παράγραφο 1», χωρίς να επιτάσσουν ρητώς την ανακοίνωση του ονόματος των ενδιαφερομένων ατόμων σε σχέση με τα εισοδήματα που έχουν. Κατά τις διατάξεις των αιτούντων δικαστηρίων, η θεωρία είναι εκείνη η οποία ερμηνεύει υπό την έννοια αυτή τον συνταγματικό νόμο, στηριζόμενη στις προπαρασκευαστικές του εργασίες.

79.
Εναπόκειται στα αιτούντα δικαστήρια να εξακριβώσουν αν η ερμηνεία κατά την οποία το άρθρο 8, παράγραφος 3, του συνταγματικού νόμου επιβάλλει την ανακοίνωση του ονόματος των ενδιαφερόμενων σε σχέση με τα εισπραττόμενα εισοδήματα ικανοποιεί την επιταγή σχετικά με τη δυνατότητα προβλέψεως των ενεργειών των δημοσίων αρχών, η οποία υπενθυμίζεται στη σκέψη 77 της παρούσας αποφάσεως.

80.
Εντούτοις, το ερώτημα αυτό θα τεθεί ενδεχομένως μόνον αφού εξεταστεί αν μια τέτοια ερμηνεία της επίμαχης εθνικής διατάξεως είναι σύμφωνη προς το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως, έναντι της αρχής της αναλογικότητας, σε σχέση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Το τελευταίο αυτό ζήτημα εξετάζεται στις ακόλουθες σκέψεις.

81.
Από τη διάταξη του αιτούντος δικαστηρίου στην υπόθεση C-465/00 προκύπτει συναφώς ότι σκοπός του άρθρου 8 του συνταγματικού νόμου είναι η άσκηση πιέσεως στους δημόσιους φορείς να διατηρούν τους μισθούς τους εντός ευλόγων ορίων. Η Αυστριακή Κυβέρνηση παρατηρεί γενικότερα ότι η προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή παρέμβαση αποσκοπεί στην εξασφάλιση της ορθής και πρόσφορης χρησιμοποιήσεως των δημοσίων πόρων εκ μέρους της δημοσίας διοικήσεως. Τούτο συνιστά νόμιμο σκοπό τόσο υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως, που αφορά «την ευημερία της χώρας», όσο και του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο β´, της οδηγίας 95/46, που αναφέρεται σε «καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς».

82.
Πρέπει να εξακριβωθεί ακόμη αν η εν λόγω παρέμβαση είναι αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία προς επίτευξη του νομίμως επιδιωκόμενου σκοπού.

83.
Κατά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το επίθετο «αναγκαίος», υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, της ΕυρωπαϊκήςΣυμβάσεως, συνεπάγεται την ύπαρξη μιας «επιτακτικής κοινωνικής ανάγκης» και ότι το λαμβανόμενο μέτρο είναι «ανάλογο προς τον νομίμως επιδιωκόμενο σκοπό» (βλ., ιδίως, ΕΔΔΑ, απόφαση Gillow κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 24ης Νοεμβρίου 1986, σειρά Α αριθ. 109, § 55). Επιπλέον, οι εθνικές αρχές έχουν διακριτική ευχέρεια «η έκταση της οποίας εξαρτάται όχι μόνον από τον σκοπό αλλά και από τον ίδιο τον χαρακτήρα της παρεμβάσεως» (βλ. ΕΔΔΑ, απόφαση Leander κατά Σουηδίας της 26ης Μαρτίου 1987, σειρά Α αριθ. 116, § 59).

84.
Συναφώς, πρέπει να σταθμιστεί το συμφέρον της Δημοκρατίας της Αυστρίας να εξασφαλίζει την καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των δημοσίων πόρων και, ειδικότερα, τη διατήρηση των μισθών σε εύλογα όρια έναντι της βαρύτητας της προσβολής του δικαιώματος των ενδιαφερομένων ατόμων σχετικά με τον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής τους.

85.
Συναφώς, αφενός, προκειμένου για τον έλεγχο της ορθής χρησιμοποιήσεως των δημοσίων πόρων, το Rechnungshof και τα νομοθετικά σώματα έχουν αναμφισβήτητα ανάγκη να γνωρίζουν το ύψος των δαπανών που αφορούν το προσωπικό, στους διάφορους δημόσιους φορείς και οργανισμούς. Σ' αυτό προστίθεται το δικαίωμα των φορολογουμένων και της κοινής γνώμης γενικά να πληροφορούνται στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας σχετικά με τη χρησιμοποίηση των δημοσίων εσόδων, ιδίως όσον αφορά τις δαπάνες για το προσωπικό. Τέτοιες πληροφορίες, που συλλέγονται στο πλαίσιο της σχετικής εκθέσεως, είναι ικανές να συμβάλουν στον δημόσιο διάλογο σχετικά με ένα ζήτημα γενικού συμφέροντος, οπότε είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

86.
Εντούτοις, τίθεται το ζήτημα αν η μνεία του ονόματος των εμπλεκομένων προσώπων όσον αφορά τα αποκτούμενα εισοδήματα είναι ανάλογη προς τον νομίμως επιδιωκόμενο σκοπό και αν οι αιτιολογίες των οποίων έγινε επίκληση ενώπιον του Δικαστηρίου προς δικαιολόγηση της σχετικής δημοσιότητας είναι ουσιώδεις και επαρκείς.

87.
Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, κατά την ερμηνεία που δέχονται τα αιτούντα δικαστήρια, το άρθρο 8 του συνταγματικού νόμου επιβάλλει τη δημοσιότητα των ονομάτων των εμπλεκομένων ατόμων σε σχέση με τα εισοδήματα εκείνα που υπερβαίνουν ένα ορισμένο ανώτατο όριο όχι για τα άτομα που απασχολούνται σε υπηρεσία για την οποία προβλέπεται η δημοσίευση του σχετικού μισθολογικού πίνακα αλλά για όλα τα άτομα που αμείβονται από φορέα ή οργανισμό ο οποίος υπόκειται στον έλεγχο του Rechnungshof. Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές υποβάλλονται όχι μόνο στο Rechnungshof και, μέσω αυτού, στα διάφορα νομοθετικά σώματα, αλλά τυγχάνουν επίσης ευρείας δημοσιότητας.

88.
Εναπόκειται στα αιτούντα δικαστήρια να εξακριβώσουν αν μια τέτοια δημοσιότητα είναι τόσον αναγκαία όσο και ανάλογη προς τον σκοπό της διατηρήσεως των μισθών εντός ευλόγων ορίων και, ειδικότερα, να εξετάσουν αν ο σκοπός αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί με εξίσου αποτελεσματικό τρόπο με τη διαβίβαση ονομαστικών πληροφοριών μόνο στα όργανα ελέγχου. Ομοίως, τίθεται το ζήτημα αν θα αρκούσε να ενημερωθεί το ευρύ κοινό μόνο σχετικά με τις αμοιβές και τα άλλα οικονομικά πλεονεκτήματα των οποίων απολαύουν οι υπάλληλοι των δημοσίων φορέων και οργανισμών βάσει συλλογικής συμβάσεως ή διατάξεως νόμου, όχι όμως του ποσού που εισπράττει συγκεκριμένα κάθε άτομο κατά τη διάρκεια του κάθεέτους, ένα ποσοστό του οποίου μπορεί να εξαρτάται από την οικογενειακή και προσωπική του κατάσταση.

89.
Αφετέρου, όσον αφορά τη βαρύτητα της προσβολής του δικαιώματος των ενδιαφερομένων ατόμων έναντι του σεβασμού της ιδιωτικής τους ζωής, δεν αποκλείεται τα άτομα αυτά να θίγονται λόγω των αρνητικών επιπτώσεων της δημοσιότητας των επαγγελματικών τους εισοδημάτων, ιδίως σε σχέση με τις προοπτικές τους να προσληφθούν σε άλλες επιχειρήσεις, ευρισκόμενες στην Αυστρία ή αλλού, μη υποκείμενες στον έλεγχο του Rechnungshof.

90.
Επιβάλλεται το συμπέρασμα ότι η παρέμβαση που απορρέει από την εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως όπως η επίμαχη στις υποθέσεις των κύριων δικών δεν μπορεί να δικαιολογηθεί έναντι του άρθρου 8, παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως παρά μόνον εφόσον η ευρεία δημοσιότητα όχι μόνον του ύψους των ετησίων εισοδημάτων, όταν αυτά υπερβαίνουν ένα ορισμένο ανώτατο όριο, των εργαζομένων σε φορείς και οργανισμούς που υπόκεινται στον έλεγχο του Rechnungshof, αλλά και των ονομάτων των εργαζομένων αυτών, είναι τόσον αναγκαία όσο και πρόσφορη για την επίτευξη του σκοπού της διατηρήσεως των μισθών σε εύλογα όρια, πράγμα το οποίο εναπόκειται στα αιτούντα δικαστήρια να εξετάσουν."

Δηλαδή ο έλεγχος νομιμότητας του μέτρου καταλήγει να είναι έλεγχος άκρων ορίων ως προς την αποτελεσματικότητά του: η δημοσιοποίηση των στοιχείων θα είναι νόμιμη μόνον εάν δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Επομένως, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, στη γνωμοδότησή της θα πρέπει να επισημάνει στο υπουργείο ότι εφόσον υπάρχουν ηπιότερα μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, δεν θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν οι κατάλογοι των φορολογούμενων.

Eπιπλέον, κατά τη γνώμη μου το μέτρο είναι αντισυνταγματικό, λόγω παραβίασης της αρχής του δεσμευτικά καθορισμένου σκοπού, η οποία αρχή αποτελεί μέρος του άρθρου 9Α του Συντάγματος (βλ. σχετική ανάλυση εδώ).






Συμμετοχή στην διαβούλευση για τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης κι επικοινωνίας

Τα Υπουργεία Εσωτερικών και Πολιτισμού έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να αναλάβουν πρωτοβουλία δημόσιας διαβούλευσης για τα “θέματα”, τις “δυνατότητες ανάπτυξης”, τις “ανάγκες” και τις “προκλήσεις” που αντιμετωπίζουν τα “μέσα διαδικτυακής ενημέρωσης και επικοινωνίας στην Ελλάδα”. Σύμφωνα με το αρχικό κείμενο έκφρασης της πρόθεσης αυτής, στόχος είναι η διαφάνεια και οι καθαροί κανόνες “για τη δημιουργία ενός πλαισίου λειτουργίας και ανάπτυξης των διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, τη θεμελίωση της πολυφνίας, την έννομη σχέση με την πολιτεία και την κοινωνία, την τήρηση της δεοντολογίας και της ελεύθερης έκφρασης”. Στη συνέχεια, τα Υπουργεία καλούν τους ενδιαφερόμενους φορείς και ιδιώτες να αποστείλουν τις προτάσεις τους για την οργάνωση της διαβούλευσης. (βλ. εδώ)

Το κείμενο με το οποίο τοποθετούμαι σε αυτό το αρχικό προ-στάδιο διαβούλευσης έχει ως εξης:

Τα δύο Υπουργεία δημοσιεύουν το σύντομο κείμενο με την πρόθεσή τους για έναρξη δημόσιας διαβούλευσης, επειδή προφανώς η αμηχανία εκκινεί από την μεθοδολογία που θα πρέπει να ακολουθηθεί για την ίδια τη διοργάνωση του σχετικού διαλόγου κράτους – πολίτη.

Αρχικά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το κείμενο σχολιασμού θέτει μια σειρά ζητημάτων, τα οποία δεν μπορούν να συζητηθούν όλα μαζί. Περισσότερη σύγχυση θα προκαλέσει η ταυτόχρονη συζήτηση της ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζόμενων σε διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης δημοσιογραφικών οργανισμών μαζί με ένα θέμα όπως λ.χ. το αγγελιόσημο και τους κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να επιβληθούν στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Δικτύωσης, παρά λύση στα συγκεκριμένα προβλήματα. Πρέπει να γίνει ένας κάθετος διαχωρισμός ανάμεσα στους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης κι επικοινωνίας αφενός και στους απλούς χρήστες των Υπηρεσιών Κοινωνικής Δικτύωσης αφετέρου. Διότι είναι διαφορετικά τα συμφέροντα των δημοσιογράφων/συμβούλων επικοινωνίας/υπεύθυνων ύλης/κλπ από τα δικαιώματα του κάθε πολίτη που χρησιμοποιεί τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Δικτύωσης, όπως είναι το twitter, το facebook, αλλά και τα blogs. Συνεπώς, θα ειναι μεθοδολογικό σφάλμα να γίνουν αυτές οι συζητήσεις μαζί, διότι αναπόφευκτα θα δημιουργηθούν πολλαπλά ζητήματα ορθής επιλογής των θεσμικών συνομιλητών.

Προέχει λοιπόν ο διαχωρισμός των ζητημάτων που ανακύπτουν από τη χρήση του Διαδικτύου ως μέσου ενημέρωσης και επικοινωνίας, με γνώμονα τα επιδιωκόμενα συμφέροντα του κάθε κλάδου. Ο διαχωρισμός των ζητημάτων σε θεματικές ενότητες, θα πρέπει να οδηγήσει αναγκαστικά στην έναρξη διαφορετικών φόρουμ διαβούλευσης. Είναι άλλο το ζήτημα του αγγελιόσημου, άλλο το ζήτημα της υπαγωγής ή μη στον νόμο περί Τύπου, άλλο το ζήτημα της ευθύνης του Φορέα παροχής υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας, άλλο η εισαγωγή της διαδικτυακής δεοντολογίας ως ένα minimum περιεχόμενο στους Όρους Χρήσης των Φορέων παροχής υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας και άλλο το ζήτημα της εξέτασης της νομοθεσίας περί άρσης του απορρήτου.

Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται η δημιουργία θεματικών Ομάδων Εργασίας, ολιγομελών, οι οποίες θα οργανώσουν τον διάλογο κάθε ενότητας. Οι Ομάδες δεν θα υποκαταστήσουν τη συμμετοχή των φορέων, αλλά θα λειτουργήσουν περισσότερο ως οργανωτικές γραμματείες για την συλλογή και τη ζύμωση των απόψεων. Εξυπακούεται ότι θα πρέπει να υπάρχει κι ένας Συντονιστής των Ομάδων Εργασίας, που θα παρεμβαίνει για να εναρμονίζει την εξέλιξη του κάθε θεματικού διαλόγου, παρακολουθώντας οριζόντια τα πορίσματα και το σημείο στο οποίο βρίσκεται ο διάλογος κάθε Ομάδας.

Ακόμη όμως και πριν από την δημιουργία των Ομάδων Εργασίας, θα πρέπει να τεθούν τα ζητήματα σε κάθε κλάδο συμφερόντων της διαδικτυακής ενημέρωσης κι επικοινωνίας. Πρέπει δηλαδή να ξεκινήσουμε από τα δεδομένα που έχουμε ήδη μπροστά μας, σε επίπεδο τεχνικής, σε επίπεδο επιχειρηματικών εφαρμογών, σε επίπεδο νομοθεσίας - νομολογίας και ως προς τις διαφαινόμενες προοπτικές, ώστε να εντοπιστούν απολύτως συγκεκριμένες παράμετροι που αποτελούν τους θύλακες που θα κληθεί να καλύψει η δημόσια διαβούλευση. Θα πρέπει να γίνει λοιπόν ανάθεση θεματικών μελετών πριν ακόμα από την σύσταση των Ομάδων Εργασίας, ώστε οι Ομάδες να ξεκινήσουν από τα δεδομένα και να αρχίσουν την διερεύνηση των ζητουμένων.

Σε κάθε περίπτωση, ήδη η αναζήτηση της μεθοδολογίας για ένα τόσο σύνθετο πλέγμα ζητημάτων αποκαλύπτει και ένα πολύ πιο δομικό κενό: την ανάγκη θέσπισης συγκεκριμένων κανόνων για τη διενέργεια των δημόσιων διαβουλεύσεων. Τέτοια κανονιστικά πλαίσια υπάρχουν ήδη σε μεμονωμένους κλάδους, όπως οι τηλεπικοινωνίες. Εφόσον θέλουμε η δημόσια διαβούλευση να γίνει μια θεσμική κατάκτηση, θα πρέπει οι κανόνες της να διατυπωθούν ρητά και να αποτελέσουν έναν Κώδικα Δημόσιων Διαβουλεύσεων.

Σάββατο, Οκτωβρίου 23, 2010

Μια νομική λύση για την απαγόρευση του καπνίσματος

Αναπόφευκτα η γενική απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς δημόσιους χώρους και καταστήματα υγειονομικου ενδιαφέροντος επαναφέρει, για μια ακόμη φορά, την αναζήτηση ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό. Είναι σαφές ότι η νομοθεσία αφορά την κοινή συμβίωση, αφήνοντας όμως ένα πεδίο ελεύθερης δράσης του ατόμου, ένα πεδίο ιδιωτικότητας, στο στενό πυρήνα της οποίας ούτε ο νομοθέτης μπορεί να επέμβει.

Στην ιδιωτική σφαίρα ανήκει προ πάντων η κατοικία κι εφόσον ο καπνός δεν αποτελεί μια απαγορευμένη ουσία, ο νομοθέτης φυσικά οφείλει να σέβεται το άσυλο της κατοικίας, το οποίο κατοχυρώνεται και με συνταγματικές διατάξεις. Στην ιδιωτική σφαίρα όμως ανήκουν και οι ιδιωτικές σχέσεις των ατόμων, όπως οι ενώσεις προσώπων και οι αστικές εταιρίες που προβλέπονται ως συμβάσεις του Αστικού Κώδικα.

Στο πλαίσιο μιας αστικής εταιρίας, τα μέλη της μπορούν να αφιερώνουν το χρόνο τους, το κεφάλαιό τους και την προσωπική τους εργασία σε μια κοινή απόλαυση, όπως αυτή του καπνίσματος. Η έδρα μιας τέτοιας εταιρίας δεν αποτελεί δημόσιο χώρο, εφόσον η πρόσβαση σε αυτήν επιτρέπεται μόνο στα μέλη της, ακριβώς όπως η πρόσβαση στην κατοικία καθενός επιτρέπεται μόνο για τα μέλη του νοικοκυριού του. Επομένως, ο κλειστός χώρος που χρησιμοποιείται για μια αστική εταιρία με σκοπό την απόλαυση του καπνού δεν αποτελεί δημόσιο κλειστό χώρο κι έτσι εκφεύγει, ως προς αυτή την παράμετρο, των απαγορευτικών διατάξεων του νόμου.

Η απαγόρευση όμως ισχύει και για τα "καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος". Σύμφωνα με τον ορισμό του Ν.3643/2006, κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος είναι εκείνο στο οποίο γίνεται παρασκευή ή/και διάθεση σε πελάτες (καθισμένους, όρθιους, περαστικούς) ή διανομή φαγητών ή γλυκισμάτων ή οποιουδήποτε άλλου παρασκευάσματος τροφίμων ή ποτών ή αποθήκευση ή συντήρηση ή εμπορία κάθε είδους τροφίμων ή ποτών, καθώς και τα καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών, εξαιτίας των οποίων μπορεί να προκληθεί βλάβη στη δημόσια υγεία, όπως αναλυτικά αναφέρονται στις ισχύουσες υγειονομικές διατάξεις.

Εάν δηλαδή στην έδρα μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας διατίθενται και τέτοια είδη "σε πελάτες", τότε κι εκεί εφαρμόζεται η νομοθεσία για την απαγόρευση του καπνίσματος. Ωστόσο, τα μέλη μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας δεν αποτελούν "πελάτες" της εταιρίας, όταν τα ίδια φροντίζουν για την παρασκευή και διάθεση των προϊόντων στους εαυτούς τους. Κατά την έννοια που οι αγορανομικές διατάξεις δεν εφαρμόζονται στην κουζίνα του σπιτιού μας για τα εδέσματα που παρασκευάζουμε για τον εαυτό μας και την οικογένειά μας, έτσι και τα μέλη μιας αστικής εταιρίας μπορούν να παρασκευάζουν για τους εαυτούς τους φαγητό και να διαθέτουν στους εαυτούς τους ποτό, εφόσον βέβαια δεν πρόκειται για απαγορευμένες ουσίες, χωρίς να δεσμεύονται από τις αγορανομικές διατάξεις και χωρίς να ισχύει μεταξύ τους η απαγόρευση του καπνίσματος.

Αυτά ισχύουν εφόσον η έδρα της αστικής εταιρίας δεν αποτελεί ταυτόχρονα και χώρο εργασίας, στον οποίο απασχολούνται δηλαδή και μισθωτοί - τρίτοι ως προς την εταιρία.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ιδιωτικός χώρος μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας, ακόμη κι όταν σε αυτόν τα μέλη της παρασκευάζουν και διανέμουν στους εαυτούς τους τρόφιμα ή ποτά, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για την απαγόρευση του καπνίσματος. Διότι αποτελεί μια σφαίρα ιδιωτικότητας, στην οποία ο κοινός νομοθέτης δεν διαθέτει εξουσία επέμβασης.

Έχετε δηλώσει το e-shop σας στο Υπουργείο Ανάπτυξης;

Όταν από την ιστοσελίδα της επιχείρησής σας μπορούν να πραγματοποιηθούν παραγγελίες προϊόντων, τότε ο καταναλωτής συνάπτει μαζί σας σύμβαση "πώλησης εξ αποστάσεως" (βλ. εδώ). Η συγκεκριμένη μορφή πώλησης παρέχει στον καταναλωτή ειδικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα αναιτιολόγητης υπαναχώρησης εντός 14 ημερών, την υποχρέωση του προμηθευτή να ενημερώσει αναλυτικά τον αγοραστή για μια σειρά πληροφοριών σχετικά με την ταυτότητά του κλπ. Όλα αυτά προβλέπονται από το άρθρο 4 του Ν.2251/1994, περί προστασίας του καταναλωτή (βλ. εδώ).

Μια ειδική υποχρέωση που έχουν όσοι διατηρούν τέτοιες ιστοσελίδες είναι ότι πρέπει να έχουν εγγραφεί στο "Μητρώο Προμηθευτών που συνάπτουν Συμβάσεις από Απόσταση", του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η σχετική υπουργική απόφαση υπάρχει από το 1997 (βλ. εδώ), ενώ το ίδιο το Μητρώο είναι δημοσιευμένο στο διαδίκτυο (βλ. εδώ) και αριθμεί μέχρι σήμερα 451 επιχειρήσεις που συνάπτουν συμβάσεις από απόσταση. Προφανώς υπάρχουν πάρα πολλά e-shop που δεν έχουν εγγραφεί στο Μητρώο.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτη, εφόσον δεν έχει τηρηθεί αυτή η διαδικασία, επιβάλλονται κυρώσεις (βλ. εδώ, όπου αναφέρεται στο άρθρο 14 του νόμου, αλλά η αρίθμηση έχει αλλάξει και οι κυρώσεις προβλέπονται στο άρθρο 13α).

Την αίτηση για την εγγραφή της επιχείρησής σας στο μητρώο μπορείτε να κατεβάσετε από εδώ.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...