Παρασκευή, Ιουνίου 27, 2008

Συμμετοχή στη διαβούλευση της Ευρωβουλής για κοινοτικό μπλογκονόμο

Το κείμενο που ακολουθεί υποβλήθηκε ως συμμετοχή του e-lawyer στην Ευρωβουλή, στο πλαίσιο του ετοιμαζόμενου ψηφίσματος που αφορά την εισαγωγή ρυθμίσεων για τα ιστολόγια.





ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ 

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

 σχετικά με τη συγκέντρωση και τον πλουραλισμό στα μέσα ενημέρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2007/2253 (ΙΝΙ)) 


1. Εισαγωγή


Με το παρόν έγγραφο ανταποκρίνομαι στο κάλεσμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου  για την έκφραση των απόψεων των bloggers επί της παραπάνω έκθεσης [ιστοθέση http://www.europarl.europa.eu/news/public/story_page/058-31021-161-06-24-909-20080605STO30955-2008-09-06-2008/default_el.htm].


Διαχειρίζομαι το ιστολόγιο e-lawyer [http://elawyer.blogspot.com] από τον Αύγουστο του 2005 και μέσα από αυτή τη θέση έχω ασκήσει κατά καιρούς κριτική στις προτάσεις νομοθέτησης σχετικά με τον τομέα αυτόν.


Οι ερωτήσεις που έχουν τεθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στους bloggers είναι οι ακόλουθες:

“Εσείς έχετε δικό σας μπλογκ; Aν ναι, γιατί; Πιστεύετε ότι η κοινοβουλευτική αυτή έκθεση σας αφορά; Είστε υπέρ ή κατά των μπλογκ; Πιστεύετε ότι χρειάζεται μια νομοθεσία σε κοινοτικό επίπεδο; H γνώμη σας μας ενδιαφέρει! Mπορείτε να στείλετε όλα τα σχόλιά σας σχετικά με τα θέματα που θίγει το παρόν άρθρο μέχρι τις 26 Ιουνίου 2008, στην εξής διεύθυνση: web-editor-el@europarl.europa.eu


Με το έγγραφο αυτό, απαντώ, σε ό,τι με αφορά, στις παραπανω ερωτήσεις.


2. Παρατηρήσεις στην Κοινοβουλευτική Έκθεση


2.1. Η Κοινοβουλευτική Έκθεση και το προτεινόμενο με αυτήν Ψήφισμα αφορά, όπως αναφέρει ο τίτλος της, την “συγκέντρωση και των πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης”. Ωστόσο, το κείμενο αυτό περιέχει και ορισμένες παρατηρήσεις και συστάσεις που αφορούν, εκτός από τα  διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης “παραδοσιακού τύπου” (λ.χ. ενημερωτικές ιστοσελίδες δημοσιογραφικών οργανισμών), και τα ιστολόγια, τα οποία λειτουργούν ως επί τω πλείστον ως βήμα έκφρασης μεμονωμένων πολιτών ή ολιγομελών ομάδων πολιτών. 


2.2. Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται η αναγκαιότητα  διαχωρισμού ανάμεσα στα “διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης”, τα οποία παρουσιάζουν καθετοποιημένη ιεραρχική και επιχειρησιακή δομή και στα “ιστολόγια”, τα οποία αποτελούν μονάδες ελεύθερης έκφρασης των πολιτών και ενάσκηση του δικαιώματος στην ελεύθερη επικοινωνία και ανταπόκριση μέσω διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι ειδικοί κανόνες που ισχύουν για την προστασία της προσωπικότητας έναντι των μέσων ενημέρωσης τα οποία (α) παρουσιάζουν επιχειρηματική δομή, (β) απασχολούν δημοσιογράφους -οι οποίοι είναι μέλη ενώσεων συντακτών- και (γ) τα οποία αποτελούν κερδοσκοπικές επιχειρήσεις (ανεξάρτητα από το αν εκδίδουν πωλούμενες ή δωρεάν διανεμόμενες περιοδικές εκδόσεις, διαδικτυακές ή “συμβατικές”), δεν είναι πρόσφορο να ισχύουν και για τα ατομικά ή ομαδικα ιστολόγια των πολιτών, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της ελεύθερης χρήσης των δικτύων διαθέσιμων στο κοινό ηλεκτρονικών υπηρεσιών.


2.3. Για παράδειγμα, η αντικειμενική ευθύνη του τύπου για περιπτώσεις προσβολής της προσωπικότητας, αλλά και η υποχρέωση αναγραφής της επωνυμίας και των στοιχείων της ιδιοκτήτριας ανώνυμης εταιρίας, κανόνας που ισχύει στην Ελλάδα (Ν.1078/1981, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) δεν μπορεί να ισχύσει άνευ ετέρου και για το καθεστώς των ιστολογίων. Οι διαχειριστές των ιστολογίων, οι οποίοι δεν αποκαλύπτουν τα στοιχεία της ταυτότητάς τους , αλλά χρησιμοποιούν ψευδώνυμα ή είναι ανώνυμοι, ασκούν ένα συνδυασμό τριών θεμελιωδών δικαιωμάτων: 

(α) της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ) αλλά και 

(β) του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής τους (άρθρο 7 ΧΘΔΕΕ), καθώς και 

(γ) του δικαιώματος της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν (άρθρο 8 ΧΘΔΕΕ).


2.4. Η Έκθεση δεν φαίνεται να έχει λάβει υπόψη  το διφυή χαρακτήρα των ιστολογίων, τόσο ως πλαισίων ατομικής ενάσκησης της ελευθερίας της έκφρασης, όσο και ως πεδίου χρήσης υπηρεσιών ηλεκτρονικής επικοινωνίας και διαθέσιμων στο κοινό τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Η δεύτερη περίπτωση καλύπτεται από την Οδηγία 2002/58/ΕΚ για την προστασία της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων στο πεδίο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Σύμφωνα με την Οδηγία 2002/58 που έχει ενσωματωθεί στο εσωτερικό δίκαιο όλων των κρατών μελών, ο τερματικός εξοπλισμός των χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των παραγόμενων από αυτόν δεδομένων, εμπίπτει στο πεδίο της ιδιωτικής τους ζωής που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (σημείο 24 Προοιμίου Οδηγίας 2002/58) και οι συνδρομητές και χρήστες έχουν δικαίωμα να μην αποκαλύπτονται οι πληροφορίες που αφορούν την ταυτότητά τους κατά την χρήση διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (άρθρα 5, 8 και 12). 


2.5. Συγκεκριμένα, στην Έκθεση και Πρόταση Ψηφίσματος αναφέρεται:


αν και τα ιστολόγια χρησιμοποιούνται ολοένα και συχνότερα ως μέσο προσωπικής έκφρασης από επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης αλλά και από απλούς πολίτες, το καθεστώς των συντακτών και των εκδοτών τους, συμπεριλαμβανομένου του νομικού καθεστώτος τους, ούτε προσδιορίζεται ούτε καθίσταται σαφές στους αναγνώστες των ιστολογίων, γεγονός που προκαλεί αβεβαιότητα όσον αφορά την αντικειμενικότητα, την αξιοπιστία, την προστασία των πηγών, την εφαρμοσιμότητα των κωδίκων δεοντολογίας και την απόδοση ευθυνών σε περίπτωση δικαστικής αγωγής


 [σελ. 5]


[Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο]


“9. συνιστά την αποσαφήνιση του καθεστώτος, νομικού ή άλλου, των ιστολογίων και ενθαρρύνει την εθελοντική δήλωση της ταυτότητάς τους, ανάλογα με τις επαγγελματικές και οικονομικές ευθύνες και τα συμφέροντα των συντακτών και των εκδοτών τους·” 


[σελ.6]


2.6. Παρατηρείται ότι η “ενθάρρυνση” της εθελοντικής δήλωσης ταυτότητας με διατάξεις κοινοτικού δικαίου θα βρίσκεται σε σχέση έντασης προς τις διατάξεις του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας προσωπικών δεδομένων, αλλά κυρίως θα επιφέρει, εκ των πραγμάτων, ως αποτέλεσμα την δημιουργία ιστολογίων δύο κατηγοριών: των ενυπόγραφων και των ανυπόγραφων. Η ανομοιογένεια αυτή δεν θα εξυπηρετήσει την διαμόρφωση ενός ενιαίου χώρου κοινών συνισταμένων στην ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας, καθώς θα εισάγει διάκριση με βάση το πόσα προσωπικά δεδομένα “ενθαρρύνεται” να αποκαλύψει εκούσια ο διαχειριστής του εκάστοτε ιστολογίου. Ακόμη, δηλαδή, κι αν δεν υπάρξει σκληρή ρύθμιση επιβολής αποκάλυψης της ταυτότητας, η “εκούσια” συμμόρφωση ή μη προς μια νομοθετική διάταξη που προτρέπει σε αποκάλυψη της ταυτότητας, κατ' αποτέλεσμα οδηγεί στην διάκριση ανάμεσα σε “επώνυμα” και “ανώμυμα-ψευδώνυμα” ιστολόγια, γεγονός το οποίο θα συνιστά διακριτική νομοθετική μεταχείριση των φορέων ενάσκησης της ελευθερίας της έκφρασης και του πληροφοριακού αυτοκαθορισμού (πρβλ. άρθρο 21 ΧΘΔΕΕ και άρθρο 14 ΕΣΔΑ)


2.7. Η Έκθεση εισάγει επίσης ως κριτήριο  αναλογικής ρύθμισης, την διακριτή αντιμετώπιση των ιστολογίων, ανάλογα με τις “επαγγελματικές και οικονομικές ευθύνες και τα συμφεροντα των συντακτών και των εκδοτών τους”. Ωστόσο, μία τέτοια  ρύθμιση, αφενός προϋποθέτει την εκ των προτέρων γνώση των στοιχείων του εκάστοτε ιστολόγου και αφετέρου διαχωρίζει τις ευθύνες με ένα μάλλον φορμαλιστικό κριτήριο (δημοσιογράφος – μη δημοσιογράφος, “επαγγελματίας” - “απλός πολίτης”), τη στιγμή που οι γενικοί περιορισμοί της ελευθερίας του λόγου, αλλά και του απορρήτου των επικοινωνιών, ισχύουν αδιακρίτως για όλους (βλ. Άρθρο 8 παρ. 2 ΕΣΔΑ). Η προτεινόμενη αυτή “αναλογική” ρύθμιση, στην πραγματικότητα εισάγει άλλη μια μορφή διακριτικής μεταχείρισης, καθόσον τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες που ασκούνται μέσω των ιστολογίων απολαμβάνουν κατ' αρχήν όλοι οι φορείς τους, ενώ η εξειδίκευση των ισχυόντων κανόνων στα χαρακτηριστικά της κάθε μεμονωμένης περίπτωσης αποτελεί έργο των εκάστοτε πειθαρχικών οργάνων ή και της δικαιοσύνης και όχι του κοινοτικού νομοθέτη.


3. Σχετικά με μια νομοθεσία σε κοινοτικό επίπεδο


3.1. Κατά το τελευταίο έτος, στην Ελλάδα έχουν διαρρεύσει στον τύπο πληροφορίες σχετικά με την φερόμενη πρόθεση της κυβέρνησης για εισαγωγή ειδικής νομοθέτησης όσον αφορά το καθεστώς των ιστολογίων. Το πρόβλημα που έχει εντοπιστεί σχετίζεται με την προστασία της προσωπικότητας από προσβολές όπως η  συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς το αδίκημα αυτό δεν περιλαμβάνεται στον νομοθετικό κατάλογο των εγκλημάτων που επιτρέπουν την άρση του απορρήτου προκειμένου να προσδιοριστούν τα στοιχεία του ιστολόγου που φέρεται ως δράστης. Το Ελληνικό Σύνταγμα αναφέρει ότι η άρση του απορρήτου επιτρέπεται για λόγους “εθνικής ασφάλειας” ή “για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων” (άρθρο 19 παρ. 1).


3.2. Ωστόσο, οι πληροφορίες για το περιεχόμενο της σχεδιαζόμενης νομοθεσίας είναι αντιφατικές. Ένα σύνολο μέτρων αφορά: (α) τον διαχωρισμό των ιστολογίων ανάμεσα σε “ενημερωτιά” και “μη ενημερωτικά”, (β) την υποχρεωτική αναγραφή των στοιχείων ταυτότητας του υπεύθυνου προσώπου, (γ) τον έλεγχο του περιεχομένου των ιστολογίων από την ανεξάρτητη αρχή “Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης” και (δ) ρυθμισεις για την “διευκόλυνση” των διωκτικών αρχών στον εντοπισμό των δραστών. Σε μεταγενέστερο χρόνο, οι πληροφορίες αναφέρουν αποστασιοποήση της κυβέρνησης από αυτό το σύνολο και περιορισμό των προθέσεων σε φερόμενη νομοθετική υπαγωγή των αδικημάτων “προσβολής της προσωπικότητας” στα “ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα” βάσει των οποίων επιτρέπεται η άρση του απορρήτου. Λίγους μήνες μετά, ο υπουργός Δικαιοσύνης σε συνέντευξή του στη δημόσια τηλεόραση φέρεται να επανέλαβε ότι πρόκειται να θεσμοθετηθεί το αρχικό σύνολο νομοθετικών μέτρων, ενώ άλλοι υπουργοί φέρονται να μην συμφωνούν με αυτήν την προσέγγιση.


3.3. Όλα τα παραπάνω φερόμενα μέτρα μεταδίδονται ως επί τω πλείστον από ανεπίσημα “κανάλια” στον τύπο, ενώ η κυβέρνηση δεν φαίνεται πρόθυμη να διεξάγει μια δημόσια διαβούλευση για να εκφραστούν οι θέσεις όσων πρόκειται να αφορά το μέτρο. Αντίθετα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί σε μία, μάλλον άτυπης μορφής, διαβούλευση, στο πλαίσιο της οποίας υποβάλλεται και το κείμενο αυτό. 


3.4. Το φαινόμενο της μαζικής δημιουργίας ιστολογίων από τους πολίτες και της ανάδειξης μιας εκτεταμένης σφαίρας του κυβερνοχώρου που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε με τον όρο blogosphere (μπλογκόσφαιρα) εντοπίζεται κυρίως μετά το 2004 στην Ελλάδα και την Ευρώπη, δηλαδή μετά την διεξαγωγή των τελευταίων Ευρωεκλογών. Με βάση αυτήν την παραδοχή, αμφισβητείται κατά πόσον οι Ευρωβουλευτές, αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλκουν πολιτική εντολή από τους ευρωπαίους πολίτες, όσον αφορά την νομοθέτηση επ' αυτού του θέματος. Ανεξάρτητα όμως από αυτήν την  παρατήρηση, είναι βέβαιο ότι η νομοθέτηση σε ένα ζήτημα το οποίο θα έχει ουσιαστική επίδραση στους περιορισμούς της ελευθερίας της έκφρασης ατομικά για κάθε πολίτη του κυβερνοχώρου που έχει την δυνατότητα να λειτουργεί ένα ιστολόγιο, προϋποθέτει μια ευρεία δημόσια διαβούλευση, τόσο σε επίπεδο Κοινότητας, όσο και σε επίπεδο κρατών μελών της ΕΕ.


3.5. Πέραν της πολιτικής υποχρέωσης για ευρεία δημόσια διαβούλευση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα έπρεπε να στρέφεται ευθέως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή και τα κράτη μέλη καλώντας σε νομοθέτηση, εάν προηγουμένως δεν κληθούν να λάβουν θέση θεσμικά και άλλα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το θέμα αυτό θα πρέπει προεχόντως να απασχολήσει την Ομάδα Εργασίας για την προστασία των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, του άρθρου 29 της Οδηγίας 95/46, δηλαδή το φορέα συγκέντρωσης και συναπόφασης των Ευρωπαϊκών Αρχών Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Θα πρέπει επίσης να ζητηθεί η γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας δεδομένων, ο οποίος έχει γνωμοδοτική αρμοδιότητα σε κάθε ρύθμιση που εισάγουν τα κοινοτικά όργανα και μπορεί να έχει επιπτώσεις στην προστασία προσωπικών δεδομένων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Κανονισμός (ΕΚ) 45/2001). Ειδικό λόγο, στη διαδικασία της συναπόφασης, έχει επίσης η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Θέση θα πρέπει να λάβουν επίσης ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, καθώς και οι οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών. 


3.6. Επί του παρόντος, δεδομένου του περιβάλλοντος ιδιαίτερης ανησυχίας όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης και την προστασία της ιδιωτικότητας στο διαδίκτυο από ενδεχόμενες μη αναλογικές και αντίθετες στο Ευρωπαϊκό δίκαιο παρεμβάσεις,  νομοθετική επέμβαση που θα μπορούσε σε κοινοτικό επίπεδο να έχει ασφαλές αποτέλεσμα θα έπρεπε να περιοριστεί στην θέσπιση υποχρέωσης των κρατών μελών να υιοθετήσουν μέτρα πρόσκλησης προς τους αρμόδιους δημόσιους και συλλογικούς φορείς για την ενθάρρυνση της κατάρτισης κωδίκων συμπεριφοράς που θα λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα των ιστολογίων ως φορέων ελεύθερης έκφρασης αφενός αλλά και ως φορέων ενάσκησης της ελεύθερης επικοινωνίας και ανταπόκρισης στο πλαίσιο του απορρήτου των επικοινωνιών. Η κοινοτική ρύθμιση θα πρέπει να επιβεβαιώνει ρητά  ότι οι πολίτες που χρησιμοποιούν ιστολόγια απολαμβάνουν πλήρως των δικαιωμάτων που προβλέπονται από το υφιστάμενο κοινοτικό δίκαιο της προστασίας της ιδιωτικότητας και της ελευθερίας της έκφρασης και ότι η παρέμβαση των κρατών θα πρέπει να περιορίζεται στην ενθάρρυνση και την παροχή μέσων για την συνεννόηση των πολιτών ως προς τις κοινές συνισταμένες που θα πρέπει να τηρούνται προκειμένου να καθίστανται σεβαστά τα δικαιώματα των τρίτων. Η κοινοτική ρύθμιση δεν πρέπει να υπεισέλθει στη σφαίρα αυτοοργάνωσης των δημοσιογράφων ή άλλων επαγγελματιών που χρησιμοποιούν το διαδίκτυο (και) για λόγους ενημέρωσης. Η κοινοτική ρύθμιση θα πρέπει να εγγυάται τις ελευθερίες του ευρωπαϊκού δικαίου, προδιαγράφοντας το δεοντολογικό πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να γίνουν οι σχετικές συζητήσεις από τους πολίτες των κρατών μελών και όχι να θεσπίσει νέους περιορισμούς που παραγνωρίζουν τη φύση του μέσου και το εξομοιώνουν με τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης. Προς την κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να μελετηθεί ιδιαίτερα η υπάρχουσα νομολογία των δικαστηρίων των κρατών μελών, αλλά και των Η.Π.Α. ως προς τη μεταχείριση των ιστολογίων και η έρευνα να μην περιοριστεί στην νομολογία του ΕΔΔΑ που αφορά έως σήμερα “παραδοσιακά” μέσα ενημέρωσης. 



4. Συμπεράσματα και προτάσεις


- Η ανωνυμία στο διαδίκτυο αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα κάθε ευρωπαίου, συνεπώς και κάθε πολίτη που χρησιμοποιεί ένα ιστολόγιο για να εκφραστεί, ανεξάρτητα από την επαγγελματική του ιδιότητα ή την οικονομική του κατάσταση. Η νομοθετική “ενθάρρυνση” της εθελοντικής αποκάλυψης της ταυτότητας θίγει εμμέσως το σεβασμό θεμελιωδών δικαιωμάτων που προβλέπονται από την ΕΣΔΑ και τον ΧΘΔΕΕ. Οι συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών προβλέπουν ότι σε περιπτώσεις σοβαρών ποινικών αδικημάτων επιτρέπεται η εκ των υστέρων άρση του απορρήτου, προκρίνοντας μια περιπτωσιολογική προσέγγιση και όχι την εκ των προτέρων υποχρέωση δημοσιοποίησης των στοιχείων των χρηστών που θέτει εν αμφιβολία το τεκμήριο της αθωότητάς τους. 


- Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε “ενημερωτικά” και “μη ενημερωτικά” ιστολόγια δεν είναι εφικτός, κατά την έννοια που γίνεται αντιληπτός από τη νομοθεσία για τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης. Ένα ιστολόγιο μπορεί ταυτόχρονα να μεταδίδει ειδήσεις, μπορεί να μεταδίδει και απόψεις ή άλλο περιεχόμενο. Οι κανόνες που δεσμεύουν κάθε πολίτη όταν διαδίδει πραγματικούς ισχυρισμούς ισχύουν και στα ιστολόγια, χωρίς να είναι αναγκαίος ο φορμαλιστικός διαχωρισμός που θα μπορούσε να αποτελέσει και δούρειο ίππο για καταστρατηγήσεις. 


- Η όποια νομοθεσία σε κοινοτικό επίπεδο θα πρέπει να θέτει ως πρωταρχικό στόχο την ενίσχυση της ελευθερίας της έκφρασης και της προστασίας της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων των διαχειριστών των ιστολογίων. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ρυθμίζει το πλαίσιο της   διαβούλευσης και  συνεννόησης των ενδιαφερομένων, αρχές τις οποίες οφείλουν να υποστηρίξουν τα κράτη μέλη της ΕΕ,   ορίζοντας όμως ταυτόχρονα  ότι  τα κράτη μέλη οφείλουν να απέχουν από την άμεση θέσπιση των σχετικών κανόνων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθήσει ότι τα κράτη μέλη σέβονται τους κανόνες της διαβούλευσης και απέχουν από την νομοθέτηση  κανόνων που ανήκουν στη σφαίρα απόφασης των ίδιων των ενδιαφερομένων. 


- Σε δεύτερο επίπεδο, η κοινοτική ρύθμιση θα πρέπει να προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μελετήσει τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων στα κράτη μέλη της ΕΕ και, εφόσον υπάρχουν ανομοιογένειες οι οποίες μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ενιαία ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας, θα εισηγηθεί ένα minimum κατευθυντήριων γραμμών που αποτελεί την κοινή συνισταμένη για την εξομάλυνση της κατάστασης, σε πλαίσια επικουρικότητας και αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτιστικές ιδιαιτερότητες κάθε κράτους μέλους.


Στην προσπάθεια να κωδικοποιηθούν οι ισχύοντες νομοθετικοί, δεοντολογικοί και νομολογιακοί κανόνες που διέπουν τα ιστολόγια, δημοσιοποίησα από το elawyer.blogspot.com ένα σχέδιο Κώδικα Δεοντολογίας Ιστολογίων, μαζί με ένα επεξηγηματικό υπόμνημα, το οποίο μπορείτε να βρείτε συνημμένο στο παρόν μήνυμα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...